Η Εγνατία Οδός ήταν ένας από τους μεγαλύτερους στρατιωτικούς και εμπορικούς δρόμους του αρχαίου κόσμου.
Ο άξονας που συνέδεε τη Ρώμη με τις κτίσεις της στην Ανατολή. Κατασκευάστηκε μεταξύ 146 και 120 π.Χ. από τον ανθύπατο της Μακεδονίας Γναίο Εγνάτιο, πάνω στα ίχνη του πανάρχαιου δρόμου που διέσχιζε τη Μακεδονία και τη Θράκη από τα ανατολικά προς τα δυτικά.
Από την αρχαϊκή ακόμη εποχή (7ος ? 6ος αι. π.Χ.) διάφοροι λόγοι (στρατιωτικοί, διοικητικοί, εμπορικοί) είχαν συμβάλλει στην ανάγκη κατασκευής ενός αρκετά πυκνού οδικού δικτύου, το οποίο αργότερα συμπληρώθηκε με έργα οδοποιίας των Μακεδόνων βασιλέων. Το οδικό αυτό δίκτυο αποτέλεσε τη βάση για τους περισσότερους ρωμαϊκούς, βυζαντινούς, οθωμανικούς, αλλά ακόμη και σύγχρονους δρόμους, καθώς το φυσικό ανάγλυφο του εδάφους ήταν και είναι πάντοτε καθοριστικό. Αυτός είναι ο λόγος που οι δρόμοι δεν αλλάζουν εύκολα πορεία.
Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη (ΙΙ, 97, 1-2), ο κυριότερος και πιο πολυσύχναστους από τους αρχαίους δρόμους ήταν η «κάτω οδός» που ερχόταν από το Βυζάντιο και αφού διέσχιζε την Ανατολική Μακεδονία οδηγούσε στη Θέρμη.
Από τη Θέρμη διακλαδιζόταν σε δύο αρτηρίες, από τις οποίες η μία οδηγούσε στη νότια Ελλάδα και η άλλη διασχίζοντας τη Μακεδονία και την Ιλλυρία και ακολουθώντας την κατεύθυνση της κατοπινής Εγνατίας έφθανε στο Δυρράχιο, εξασφαλίζοντας την επικοινωνία ανάμεσα στα παράλια της Αδριατικής και της Μαύρης θάλασσας.
Το δρόμο αυτόν ακολούθησαν τα στρατεύματα του Δαρείου και του Ξέρξη στις εκστρατείες των Περσών κατά της Ελλάδας, στις αρχές του 5ου αι. π.Χ. Τον ίδιο δρόμο ακολούθησε και ο Μέγας Αλέξανδρος στην εκστρατεία του από την Ευρώπη προς την Ασία.
Η Εγνατία ταυτίστηκε σε μεγάλο βαθμό με το δρόμο αυτό.
Η Εγνατία ήταν η πρώτη δημόσια οδός που έγινε από τους Ρωμαίους έξω από την Ιταλία. Ξεκινούσε από την Απολλωνία και το Δυρράχιο στην Ιλλυρία – τη σημερινή Αλβανία – διέσχιζε τη Μακεδονία μέχρι τον ποταμό Νέστο, περνούσε στη Θράκη και συνέχιζε στον Ελλήσποντο και το Βυζάντιο. Για περισσότερα από 2.000 χρόνια υπήρξε ο μοναδικός καλός δρόμος σ? αυτή την περιοχή και έπαιξε σημαντικό ρόλο στην τύχη της Ρώμης, του Βυζαντίου και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Κατά μήκος της Εγνατίας, υπήρχαν ανά 7-14 μίλια (10 ? 20 χλμ.) σταθμοί ανεφοδιασμού με προσωπικό για την εξυπηρέτηση των ταξιδιωτών. Υπήρχαν επίσης πανδοχεία, που ήταν εγκατεστημένα στο τέλος μιας πλήρους ταξιδιωτικής ημέρας (30 – 40 μίλια ή 45 – 60 χλμ.) Αυτό το γεγονός επηρέασε βαθύτατα την χωροταξική οργάνωση της Μακεδονίας και της Θράκης, αφού ακόμη και σήμερα οι μεγαλύτερες πόλεις, που βρίσκονται πάνω στον άξονα της Εγνατίας, απέχουν μεταξύ τους 45 – 60 χλμ: Έδεσσα – Γιαννιτσά ?Θεσσαλονίκη – Απολλωνία – Αμφίπολη – Φίλιπποι αλλά και Καβάλα – Ξάνθη- Κομοτηνή – Αλεξανδρούπολη. Υπήρχαν ακόμη στρατόπεδα, φυλάκια, σταθμοί ελέγχου, φρουρές και φρούρια σε ποτάμια, σε υψώματα, σε στενά και σε ορεινά περάσματα.
Το αρχικό μήκος της Εγνατίας Οδού από την Αδριατική μέχρι τον ποταμό Έβρο ήταν 535 μίλια. Ανά ένα μίλι στο δρόμο υπήρχαν οδοδείκτες, τα μιλιάρια, που έδιναν πληροφορίες για την απόσταση από την αφετηρία.
Στο χώρο της Θράκης ? και ιδιαίτερα στους νομούς Ξάνθης και Ροδόπης – η διαδρομή της αρχαίας Εγνατίας ταυτίζεται σε μεγάλο βαθμό με τη σύγχρονη Εγνατία. Δυτικά της Μαρώνειας, όμως, φαίνεται ότι ακολούθησε ηπειρωτική διαδρομή, ίσως για να αποφύγει τις εκτεταμένες ελώδεις εκτάσεις που περιβάλλουν τις λιμνοθάλασσες της πεδινής Ροδόπης. Ακόμη δυτικότερα, μετά τη Νεάπολη (Καβάλα), παρακάμπτει το Παγγαίο από τα βόρεια, αγνοώντας την αρχαία διαδρομή από την Πιερία κοιλάδα, που παραμένει όμως και χρησιμοποιείται παράλληλα. Φαίνεται ότι οι ρωμαίοι τοπογράφοι δεν διστάζουν να διαφοροποιηθούν από την πεπατημένη, όταν θεωρούν ότι λόγοι ασφαλείας ? πλημμύρες, χαλαρά εδάφη, ελώδεις περιοχές ? επιβάλλουν μια νέα χάραξη. Γι? αυτούς, η συντομότερη διαδρομή δεν είναι πάντα η καλύτερη.
Τα περισσότερα σωζόμενα τμήματα του δρόμου εντοπίστηκαν στο νομό Έβρου. Το πρώτο και μεγαλύτερο τμήμα αρχίζει από τα όρια των Νομών Ροδόπης – Έβρου και είναι ορατό μέχρι βορειοανατολικά της αρχαίας Ζώνης. Διασχίζει το χαμηλό αυχένα που χωρίζει τους κάμπους Κομοτηνής και Αλεξανδρούπολης και αποτελεί, ακόμη και σήμερα, θαυμαστό παράδειγμα χάραξης ορεινής διαδρομής. Υπάρχουν επίσης πολλά καλοδιατηρημένα πεδινά τμήματα σε επαφή σχεδόν με τη σημερινή Εθνική οδό, μετά την Αλεξανδρούπολη, αλλά και μετά την Τραϊανούπολη.
Σε όλα τα ορατά σημεία του δρόμου υπάρχουν ενημερωτικές πινακίδες με τη συμφωνημένη στα πλαίσια Ευρωπαϊκού προγράμματος, κοινή για όλες τις Ρωμαϊκές οδούς, σήμανση. Επίσης τοποθετήθηκαν πινακίδες κατεύθυνσης κατά μήκος όλης της γνωστής πορείας στην ορεινή διάβαση των Ζωναίων ώστε να είναι σε θέση ο κάθε ενδιαφερόμενος περιηγητής να νιώσει τη συγκίνηση της ανακάλυψης βαδίζοντας πάνω στο αρχαίο οδόστρωμα.
|