Παύλος Γεωργιάδης: Απαιτείται σοβαρότητα και πανστρατιά όλων των επιστημονικών και παραγωγικών δυνάμεων

1031
Τρίτη 12 Σεπτεμβρίου 2023
Γράφει ο Παύλος Γεωργιάδης
Σύμφωνα με το Beyond EO Centre NOA στο Εθνικόν Αστεροσκοπείον Αθηνών, στις 10.09.2023 οι πληγείσες αγροτικές εκτάσεις ανέρχονταν σε 292.652 στρέμματα, κάτι που αντιστοιχεί σε ποσοστό 91% της αροτραίας γης στη Θεσσαλία.
Το ρίσκο για τη διατροφική διασφάλιση ολόκληρης της Ελλάδας είναι κάτι το οποίο δεν συζητείται επαρκώς, τη στιγμή που δεν υπάρχουν χρήματα ούτε για αποζημιώσεις στα ταμεία του ΕΛΓΑ.
Η Ελληνική Κυβέρνηση ευελπιστεί σε μία ακόμη λευκή επιταγή από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αν και τα 580 εκατ. ευρώ που έλαβε για… αντιπλυμμηρικά έργα μετά τον Ιανό μάλλον θα οδηγήσουν σε εισαγγελική έρευνα.
📈 Πολλοί ευρωβουλευτές ζητούν διαφάνεια στη διαχείριση των κονδυλίων από την χώρα μας, η οποία είναι πρωταθλήτρια στις παραβιάσεις της ευρωπαϊκής περιβαλλοντικής νομοθεσίας. Οι εύλογες αντιστάσεις τους μπορούν να καμφθούν μόνο με δομημένες, ακριβώς κοστολογημένες και χρονολογημένες προτάσεις στη βάση επιστημονικών δεδομένων.
Αυτό που βλέπουμε τόσο στον Έβρο, όσο και στη Θεσσαλία είναι η ελλιπής και αδιαφανής πληροφόρηση σχετικά με τον πραγματικό αντίκτυπο των φυσικών καταστροφών. Δεδομένα, χάρτες και αποτίμηση κρατούνται ως επτασφράγιστα μυστικά, σε μία προσπάθεια να υποβαθμιστεί το μέγεθος του προβλήματος και να εμφανιστούν ως θριαμβευτές της πρόληψης, της ετοιμότητας και της εκκένωσης η κυβέρνηση και η τοπική αυτοδιοίκηση (δεν είναι).

Αυτή τη στιγμή απαιτείται σοβαρότητα και πανστρατιά όλων των επιστημονικών και παραγωγικών δυνάμεων για ριζικές αλλαγές προς την κατεύθυνση της θωράκισης, προσαρμογής και μετριασμού των επιπτώσεων του κλιματικού ρίσκου. Ακόμη και αν η κυβέρνηση πίστευε και στήριζε αυτές τις αλλαγές σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο (δεν το κάνει), θα χρειαστούν αρκετά χρόνια για να προσαρμοστούν υποδομές και διαδικασίες.

Ο επιφανειακός τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζεται επικοινωνιακά η διπλή εθνική καταστροφή του Έβρου και της Θεσσαλίας δεν μπορεί να μας γεμίζει με αισιοδοξία. Και απορώ, γιατί δεν έχει σηκωθεί ολόκληρη η κοινότητα των Φυσικών Επιστημών της χώρας στο πόδι. Τί περιμένουν άλλο να γίνει; Τί φοβούνται; Και αν φοβούνται, σε τί μέλλον μπορούμε να ελπίζουμε για την επιβίωση αυτού του τόπου χωρίς αλλαγή πολιτικής στη βάση ανεξάρτητης, αντικειμενικής, επιστημονικής τεκμηρίωσης του προβλήματος;