Η Αλεξανδρούπολη ; -Πώς από τα 5 ελληνικά FSRU φτάσαμε να υλοποιείται μόνο το… ένα

807
του Αλέξανδρου Μπαρότσι

Τέτοια εποχή πέρυσι, το «ελληνικό» LNG κάλυπτε ένα πολύ μεγάλο μέρος των αναγκών της Βουλγαρίας και η Ελλάδα έβαζε στόχο να γίνει hub φυσικού αερίου της ΝΑ Ευρώπης με πέντε συνολικά FSRU. Δύο στην Αλεξανδρούπολη, ένα στο Βόλο, ένα στους Αγίους Θεοδώρους και ένα στην Θεσσαλονίκη.

Το πρώτο, αυτό στην Αλεξανδρούπολη, είναι σχεδόν έτοιμο και η πλωτή μονάδα αναμένεται να κάνει εγκαίνια τον Ιανουάριο. Τα υπόλοιπα τέσσερα; Το δεύτερο στην Αλεξανδρούπολη, επίσης της Gastrade, εξαρτάται από τα νέα δεδομένα στην αγορά φυσικού αερίου και η αναγκαιότητα της επένδυσης επαναξιολογείται.

Σε αυτό του Βόλου, το «Αργώ», έχει μπει στο μετοχικό του κεφάλαιο ο ρουμανικός ΔΕΣΦΑ (Transgaz), ωστόσο νεότερα επί τους θέματος, δηλαδή κατά πόσο θα προχωρήσει και πότε, δεν έχουν υπάρξει.

Στην περίπτωση των Αγίων Θεοδώρων, η Διώρυγα Gas της Motor Oil ναι μεν έχει πάρει περιβαλλοντικούς όρους, ωστόσο η επενδυτική απόφαση ακόμη εκκρεμεί. Συνδέεται με την εξασφάλιση χρηματοδοτικής ενίσχυσης από ευρωπαϊκούς ή εθνικούς πόρους, όπως έγινε για το FSRU της Αλεξανδρούπολης. Στο θέμα είχε αναφερθεί από τον περασμένο Απρίλιο ο αναπληρωτής CEO της Motor Oil Πέτρος Τζανετάκης, λέγοντας ότι η τελική επενδυτική απόφαση για τη Διώρυγα Gas βρίσκεται σε διαδικασία διεξοδικότερης εξέτασης.

Και όσο για εκείνο της Elpedison, στα ανοικτά του Θερμαϊκού, η εταιρεία έκανε πρόσφατα αίτηση για προσθήκη και FSU στην υποδομή FSRU, ωστόσο ούτε εδώ έχει ληφθεί η επενδυτική απόφαση.

Εννοείται ότι οι ποσότητες που θα συγκεντρώνονται στα FSRU θα καταλήγουν στα Βαλκάνια, αφού η κατανάλωση αερίου στην Ελλάδα δεν ξεπερνά παραδοσιακά τα 9 bcm και μάλιστα μειώθηκε πέρυσι κατά 19%.

Τελικά μήπως τα πέντε FSRU γίνουν .. ένα;

Σε όλα υπάρχουν αστερίσκοι και προβληματισμοί για τον απλούστατο λόγο ότι τα δεδομένα έχουν αλλάξει σε σχέση με πέρυσι. Τα δεξαμενόπλοια LNG έγιναν ακριβότερα και δυσεύρετα, οι τιμές του αερίου μειώθηκαν, το χρηματοδοτικό κόστος αυξήθηκε, άρα οι αποδόσεις έπεσαν κάτω από τις αρχικές προσδοκίες. Όσο για το δίκτυο απαιτεί επενδύσεις που προς ώρας δεν υπάρχουν, προκειμένου να διακινηθούν όλες αυτές οι νέες ποσότητες.

Σε πρόσφατο δημοσίευμα του Guardian, η Ελλάδα και η Γερμανία φιγουράριζαν δίπλα – δίπλα, ως οι χώρες που κτίζουν αθροιστικά τα περισσότερα FSRU στην Ευρώπη. Έξι στην Γερμανία, συνολικής δυναμικότητας 55 bcc, πέντε στην Ελλάδα, 27,4 bcm. Χρειαζόμαστε πράγματι στα Βαλκάνια τόσα πολλά FSRU, συνολικού κόστους 2 δισ. ευρώ; Αν υλοποιηθούν και τα πέντε σχεδιαζόμενα FSRU, τότε η Ελλάδα θα έχει ετήσια δυναμικότητα διαχείρισης LNG ύψους 25 bcm. Δηλαδή περίπου τετραπλάσια της σημερινής ζήτησης.

Το πρόβλημα δεν αφορά την Ελλάδα, αλλά όλη την Ευρώπη. Στο σενάριο που αντικατασταθούν και τα 167 bcm που κατανάλωνε πριν τον πόλεμο η Ευρώπη, έχει υπολογιστεί ότι απαιτούνται περίπου 1.800 φορτία πλοίων. Δηλαδή πέντε την ημέρα. Σύμφωνα με το γερμανικό Ινστιτούτο Ναυτιλιακής Οικονομίας στη Βρέμη, ένα τέτοιο εγχείρημα θα απαιτούσε περίπου 160 νέα δεξαμενόπλοια για τις μεταφορές. Με κόστος που ανέρχεται στα 220 εκατ. δολάρια για το καθένα, δηλαδή μία επένδυση ύψους 35 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Γιατί κάποιος να επενδύσει τόσα χρήματα όταν μετά από δέκα χρόνια τα πλοία και οι υποδομές μπορεί να ψάχνουν για πελάτες;

Ένα είναι βέβαιο. Όπως ακριβώς συνέβη παλαιότερα με τα αιολικά, τα φωτοβολταϊκά, πρόσφατα με τα συστήματα αποθήκευσης, έτσι και τώρα με τα FSRU’s, τα επενδυτικά σχέδια είναι πολλαπλάσια των αναγκών, των στόχων και φυσικά των ικανοτήτων του δικτύου. Το πρόβλημα έχει αναγνωρίσει και η διευθύνουσα σύμβουλος του ΔΕΣΦΑ Maria Rita Galli, η οποία μιλώντας προ μηνών για την ανάγκη επιπλέον επενδύσεων στο δίκτυο, είχε πει: «Προκειμένου να μπορούμε να εγγυηθούμε πρόσθετες ροές, αν οι εισαγωγείς και οι παραγωγοί LNG θέλουν να προσεγγίσουν τις αγορές των Βαλκανίων και να φτάσουμε βορειότερα, έως την Ουκρανία και την Ουγγαρία, πρέπει να ενισχύσουμε περαιτέρω το δίκτυό μας. Είναι ανάγκη να μας πουν καθαρά οι συμμετέχοντες στην αγορά τι ακριβώς θέλουν, πόση δυναμικότητα θέλουν να δεσμεύσουν, ώστε να σχεδιάσουμε τις απαραίτητες υποδομές κατά τρόπο που οι ανάγκες των ενδιαφερόμενων μερών να καλύπτονται με το μικρότερο δυνατό κόστος», είχε αναφέρει.

Όπως ακριβώς συμβαίνει με την «πράσινη» ενέργεια – όπου βάλαμε το κάρο μπροστά από το άλογο – έτσι ανάποδα ξεκινήσαμε και με τις επενδύσεις σε ΑΠΕ. Αντί η ΕΕ να δρομολογήσει πρώτα τα δίκτυα και τις μπαταρίες, προκειμένου να ξέρουμε εκ των προτέρων πόση ενέργεια μπορούμε να αντέξουμε, τα κάναμε όλα ανάποδα. Το ίδιο λάθος πάει να γίνει και σήμερα με το φυσικό αέριο.