Πώς οι Ιταλοί μας πήραν τον εναέριο χώρο της Βόρειας Μακεδονίας

2791

Τα “αυτογκόλ” της κυβέρνησης Μητσοτάκη οδήγησαν σε παράδοση του ελέγχου του εναέριου χώρου των Σκοπίων στην ιταλική αεροπορία.

  • Γιατί η Ελλάδα απεμπόλησε ένα σημαντικό πλεονέκτημα της Συμφωνίας των Πρεσπών.
  • Τα μικροπολιτικά παιχνίδια της Αθήνας και η συνεχής υπονόμευση και διάβρωση της αμυντικής συνεργασίας. «Ήττα» και για την ελληνική αμυντική βιομηχανία
  • Η «κρυφή» εμπλοκή των Τούρκων που κερδίζουν συνεχώς έδαφος στα Βαλκάνια.

Του Πάρι Καρβουνόπουλου

Τα αυτογκόλ είναι αυτά που πονάνε περισσότερο. Όχι μόνο στο ποδόσφαιρο. Είναι πολύ χειρότερα όταν πρόκειται για την εξωτερική πολιτική μιας χώρας όπως η Ελλάδα, η οποία αν και θα έπρεπε να είναι πρωταγωνίστρια και οδηγός εξελίξεων στα Βαλκάνια, βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο ακόμη κι όταν έχει απέναντι της τη Βόρεια Μακεδονία, την οποία μετά από την υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών θα έπρεπε φυσιολογικά να ελέγχει. Δεν το έχει πετύχει και το χειρότερο είναι ότι γι΄  αυτό δεν ευθύνεται η κυβέρνηση των Σκοπίων, αλλά η δική μας πολιτική.

Η πρόσφατη ανακοίνωση των Σκοπίων ότι ο έλεγχος του εναέριου χώρου της Βόρειας Μακεδονίας θα γίνεται από την Ιταλία και όχι αποκλειστικά από την Ελλάδα όπως προβλεπόταν και από τη Συμφωνία των Πρεσπών, είναι το αυτογκόλ που προαναφέραμε. Και δεν είναι το μοναδικό…

Η ιστορία της Συμφωνίας των Πρεσπών συνοπτικά: Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ την ψήφισε, η ΝΔ ως αξιωματική αντιπολίτευση τότε την πολέμησε, αν και στο παρασκήνιο όλα τα στελέχη της ήλπιζαν να ολοκληρωθεί, ώστε να μην περάσει η «καυτή πατάτα» στα χέρια τους. Έτσι κι έγινε. Η ΝΔ στην προεκλογική περίοδο του 2019 φορούσε πανοπλία μακεδονομάχου, δεν είπε ποτέ ότι θα καταργήσει τη συμφωνία αλλά άφηνε να εννοηθεί ότι «κάτι θα έκανε». Δεν διευκρίνισε τι, μέχρι που έγινε κυβέρνηση και το είδαμε στην πράξη.

Η συμφωνία δίχασε την ελληνική κοινή γνώμη με τους πολέμιους να μιλούν για ήττα και τους υπέρμαχους να επικεντρώνουν στα θετικά στοιχεία της, τα οποία η Ελλάδα μπορούσε και έπρεπε να εκμεταλλευθεί. Όσοι υποστήριζαν τη συμφωνία έδειχναν το άρθρο 17 που προέβλεπε την αμυντική συνεργασία Ελλάδας-Βόρειας Μακεδονίας. Τα όσα προβλεπόταν, έδιναν τη δυνατότητα στην Ελλάδα να ελέγχει όχι μόνο τον εναέριο χώρο της γειτονικής χώρας αλλά και τις Ένοπλες Δυνάμεις της. Πώς;

* Ο εναέριος χώρος θα ελέγχονταν από πτήσεις ελληνικών μαχητικών αεροσκαφών. Αυτό έγινε τους πρώτους μήνες της συμφωνίας. Τα ελληνικά μαχητικά αεροσκάφη θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν και το αεροδρόμιο των Σκοπίων. Από τον Φεβρουάριο του 2019 μέχρι και το φθινόπωρο του ίδιου έτους γίνονταν τουλάχιστον δύο πτήσεις μαχητικών αεροσκαφών στο FIR Σκοπίων.  Στις 4 Απριλίου 2019 ο τότε Αρχηγός ΓΕΕΘΑΠτέραρχος Χρήστος Χριστοδούλου, πραγματοποίησε επίσημη επίσκεψη στη Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας, όπου συναντήθηκε με την Υπουργό Αμύνης Radmila Shekerinska, καθώς και με τον ομόλογό του, Lieutenant General Vasko Gjurchinovski. Όπως ανέφερε το ΓΕΕΘΑ, «κατά τις διμερείς επαφές συζητήθηκαν η περαιτέρω ενίσχυση της στρατιωτικής συνεργασίας, η αστυνόμευση του εναερίου χώρου (Air Policing) της υπόψη χώρας στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, καθώς και η συνδρομή της Ελλάδος για την ταχεία προσαρμογή των στρατιωτικών δομών του γειτονικού κράτους στα πρότυπα της Συμμαχίας».

Η συμφωνία προέβλεπε συνεργασία και στον τομέα της έρευνας-διάσωσης

•Το πιο σημαντικό και ίσως λιγότερο γνωστό ήταν ότι μέσω των όσων προβλεπόταν στη συμφωνία, η Ελλάδα είχε την ευκαιρία να αναλάβει το «χτίσιμο» των Ενόπλων Δυνάμεων της Βόρειας Μακεδονίας με βάση τα νατοϊκά πρότυπα ώστε να διευκολυνθεί η είσοδος της στη Συμμαχία. Ακόμη και στρατιωτικοί που δεν είδαν με καλό μάτι τη συμφωνία των Πρεσπών, παραδέχονταν ότι αυτή η πρόβλεψη ήταν μια χρυσή ευκαιρία για να «αφομοιωθεί» από την Ελλάδα η Βόρεια Μακεδονία.

Η συμφωνία προέβλεπε την εκπαίδευση στελεχών τους σε ελληνικές στρατιωτικές σχολές και συνεργασίες ακόμη και σε επίπεδο μυστικών υπηρεσιών.

Υπογράφτηκε στις 14 Απριλίου 2021. Προέβλεπε «συνδρομή σε θέματα ενσωμάτωσης των Ενόπλων Δυνάμεων (ΕΔ) της Βόρειας Μακεδονίας στις δομές της Συμμαχίας, ζητήματα εκπαίδευσης και επιμόρφωσης στελεχών σε Ελληνικά Στρατιωτικά Ιδρύματα και Σχολεία των τριών Κλάδων των ΕΔ, παροχής εξειδικευμένης εκπαίδευσης στο Πολυεθνικό Κέντρο Εκπαίδευσης Επιχειρήσεων Υποστήριξης Ειρήνης – (ΠΚΕΕΥΕ), στο Κέντρο Ναυτικής Αποτροπής – (ΚΕΝΑΠ) και στο Κέντρο Αριστείας Ενοποιημένης Αντιαεροπορικής και Αντιπυραυλικής Άμυνας – (IAMD CoE), δράσεις περαιτέρω αναβάθμισης της συνεργασίας σε θέματα Ειδικών Επιχειρήσεων με την πραγματοποίηση κοινών εκπαιδευτικών αντικειμένων σε εγκαταστάσεις και των δύο χωρών, καθώς και συνεργασία επί θεμάτων ΚυβερνοχώρουΠληροφοριών, Στρατιωτικής Ιατρικής και Διοικητικής Μέριμνας».

Η αίσθηση που υπήρχε από τον τότε Α/ΓΕΕΘΑ αλλά και τους επιτελείς του, ήταν πως οι γείτονες αναζητούσαν «ασπίδα» και ήταν προφανές ότι από όλο τον περίγυρό τους, προτιμούσαν την «ελληνική προστασία». Αυτονόητη η διαπίστωση, αφού Αλβανοί και Βούλγαροι δεν επιθυμούν την ύπαρξη της χώρας και οι μόνοι που ενδιαφέρονται να εμπλακούν είναι οι Τούρκοι. Τους οποίους όμως η Βόρεια Μακεδονία δεν τους εμπιστεύεται και αυτό το έχει πει δημόσια ο Άγγελος Συρίγος, καθηγητής διεθνών σχέσεων, στέλεχος και υπουργός της κυβέρνησης Μητσοτάκη.

Με την άνοδο της κυβέρνησης Μητσοτάκη στην εξουσία τον Ιούλιο του 2019, όλα αυτά μπήκαν στο ψυγείο. Ανάμεσα στα τρία μνημόνια συνεργασίας που έπρεπε να εγκριθούν από την ελληνική Βουλή, περιλαμβάνονταν και αυτό της αμυντικής συνεργασίας. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη που δεν ήθελε να προκαλέσει δυσαρέσκεια στο κομμάτι των ψηφοφόρων της που είχαν πιστέψει ότι «κάτι θα έκανε» για τη μισητή συμφωνία των Πρεσπών, έπαιξε “καθυστερήσεις” σε όλη τη διάρκεια της τετραετίας.

Μετά την επίσκεψή του στην Αθήνα, ο πρόεδρος της Βόρειας Μακεδονίας Στέβο Πεντάροβσκι δήλωσε: «Όταν ρώτησα για τις ελληνικές υποχρεώσεις, τη συνεργασία στον τομέα της αστυνομίας κ.λπ., τίποτα το ευαίσθητο, ο πρωθυπουργός (Μητσοτάκης) είπε ότι δεν ήθελε να ξύσει πληγές. Και ότι η πολιτική συγκυρία αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα δεν ενδείκνυται για τέτοιου είδους καταστάσεις».

Ακόμη κι έτσι όμως θα μπορούσε να διατηρήσει ζωντανή την αμυντική συνεργασία των δύο χωρών. Ωστόσο οι πτήσεις των ελληνικών μαχητικών αεροσκαφών άρχισαν να αραιώνουν, δεν προγραμματίστηκαν κοινές ασκήσεις έρευνας και διάσωσης και η ευκαιρία για να δημιουργήσουμε και να αναπτύξουμε εμείς τις αμυντικές δομές της Βόρειας Μακεδονίας πέρασε ανεκμετάλλευτη.

Η κυβέρνηση των Σκοπίων ανέμενε αλλαγή της ελληνικής στάσης που όμως δεν ήρθε ποτέ.

Η Τουρκία που δεν έπαψε ποτέ να ασχολείται με τα Σκόπια, προχώρησε σε δωρεάν παραχώρηση στρατιωτικού υλικού και παροχής εκπαίδευσης τον Απρίλιο 2021. Παραχώρησε δωρεάν αρματοφορείς, 7.500 στολές παραλλαγής, καθώς και παροχή εκπαίδευσης, τονίζοντας τις δυνατότητες της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας. Το είχε ξανακάνει το 2014.

Η τουρκική διείσδυση στα Βαλκάνια, δεν έχει μόνο τη μορφή στρατιωτικής συνδρομής, αλλά συνίσταται και σε άλλες μορφές της, όπως οικονομική, καθώς και με λοιπές αντίστοιχες δράσεις (π.χ. εκμετάλλευση αεροδρομίων, Σκοπίων και Πρίστινας/Κοσσοβο από τουρκικές εταιρείες TAV/LIMAK από το 2010, ενώ επιχείρησε παρόμοια προσπάθεια και σε Αλβανία/Αυλώνα το 2021).

Ακόμη και τότε η Αθήνα δεν αφυπνίστηκε. Η διάβρωση της αμυντικής συνεργασίας συνεχίστηκε.

Υπάρχει και μία ακόμη διάσταση του θέματος που έχει να κάνει με την ελληνική αμυντική βιομηχανία. Η Βόρεια Μακεδονία είναι βέβαιο ότι για να αποκτήσει Ένοπλες Δυνάμεις νατοϊκού επιπέδου θα πρέπει να αγοράσει εξοπλισμούς που είναι επίσης βέβαιο ότι στο μεγαλύτερο μέρος τους θα είναι μεταχειρισμένο υλικό. Η ελληνική αμυντική βιομηχανία θα μπορούσε εκ των προτέρων να δεσμεύσει τα Σκόπια ότι όλες τις απαραίτητες εργασίες αναβάθμισης αλλά και τεχνικής υποστήριξης θα τις αναλάμβαναν ελληνικές εταιρείες. Όταν το θέμα είχε συζητηθεί σε επίπεδο επιτελών του ΥΠΕΘΑ, είχε ακουστεί η παράδοξη απάντηση ότι «ο ΥΕΘΑ, (Νίκος Παναγιώτοπουλος) εκλέγεται στην Καβάλα» και συνεπώς μια ενδεχόμενη επίσκεψη του στη γειτονική χώρα κατά την οποία θα συνοδευόταν από Έλληνες επιχειρηματίες δεν θα ήταν ευχάριστη στους ψηφοφόρους του. Ο κ. Παναγιωτόπουλος στις εκλογές της 21ης Μαϊου εξελέγη πρώτος στην Καβάλα. Η ελληνική αμυντική βιομηχανία πάλι αναμένει κάποια ευκαιρία «ανάστασής» της.

Πώς οι Ιταλοί μας πήραν τον εναέριο χώρο της Βόρειας Μακεδονίας