Η Δυτική Θράκη ζούσε με το φόβο του κομιτατζή…
Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης
Το 1923 ήταν ένα κρίσιμο μεταβατικό έτος καθώς η Ελλάδα, προσπαθούσε να ορθοποδήσει από τη Μικρασιατική Καταστροφή και την απώλεια της Ανατολικής Θράκης. Το πολιτικό κλίμα ήταν τεταμένο και αβέβαιο. Στη Λωζάννη συνεχίζονταν οι διαπραγματεύσεις για την επίτευξη της γνωστής συνθήκης, με την Τουρκία να απαιτεί συνεχώς από την κατεστραμμένη Ελλάδα, πότε εδάφη και πότε πολεμικές αποζημιώσεις. Τη Βουλγαρία να απαιτεί για διέξοδο στο Αιγαίο και πολλούς ξένους να βυσσοδομούν.
Στην Αθήνα έφταναν πληροφορίες από πολλές πηγές για τους κινδύνους που προέρχονταν από τη Βουλγαρία, η οποία αν και ηττημένη των Βαλκανικών Πολέμων και του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, προσπαθούσε με κάθε τρόπο να εκφράζεται εκδικητικά. Στη Βόρεια Ελλάδα, δεν σταμάτησε να στέλνει στίφη κομιτατζήδων, οι οποίοι έσφαζαν, έκαιγαν και λήστευαν.
Πολυμελείς συμμορίες καλά εξοπλισμένες εισχωρούσαν στο ελληνικό έδαφος και εγκληματούσαν. Η κυβέρνηση της Σόφιας υπέθαλπε όλη αυτή την παρακρατική κίνηση ανεχόμενη την έκνομη δραστηριότητα των κομιτάτων.
Η Ελληνική κυβέρνηση αναγκάσθηκε μερικές φορές να διατάξει απελάσεις Βουλγάρων. Στις 4 Απριλίου ο Βούλγαρος επιτετραμμένος πήγε στο υπουργείο Εξωτερικών και διαμαρτυρήθηκε ζητώντας να επιστρέψουν στις εστίες τους οι εκτοπισμένοι.
Ο πρωθυπουργός Στυλιανός Γονατάς μιλώντας στους δημοσιογράφους επιβεβαίωσες τη Βουλγαρική διαμαρτυρία και πρόσθεσε ότι οι ελληνικές στρατιωτικές αρχές βρέθηκαν ενώπιον απτών αποδείξεων ότι στα χωριά της ελληνοβουλγαρικής μεθορίου, βουλγαρόφωνοι πληθυσμοί υπέθαλπαν τη συμμοριακή κίνηση και τη δράση ατόμων που απέβλεπαν σε ανατινάξεις σιδηροδρομικών γραμμών. Για το λόγο αυτό προέβησαν σε εκτοπισμούς σε Κρήτη και Θεσσαλία.
-Δεν πρέπει να παραπονούνται οι Βούλγαροι- τόνισε ο Γονατάς- οι οποίοι κατά την υπ’ αυτών κατοχήν, είχον προβή εις τον εκτοπισμόν ολοκλήρου του ελληνικού πληθυσμού και την υποβολήν αυτών εις τας πλέον εξευτελιστικάς χειρωνακτικάς εργασίας (σ.σ. εννοώντας τα «ντουρντουβάκια).
Η κατάσταση ήταν εκρηκτική και από την πλευρά των Βουλγαροσερβικών συνόρων, όπου και εκεί σημειώνονταν συνεχείς εισβολές Βουλγάρων άτακτων στο σερβικό έδαφος, με αιματηρά αποτελέσματα.
Παρά τη Βουλγαροσερβική συμφωνία της Νύσσας το Μάρτιο του 1923, και τα μέτρα που αποφασίσθηκαν, δεν απέτρεψαν την εγκληματική δράση των συμμοριών, που εξακολούθησαν να είναι αγκάθι στις σχέσεις των δύο χωρών.
Τάνε και Φουάτ στο προσκήνιο
Από το Μάρτιο, δύο γνωστοί μας κομιτατζήδες ο Βούλγαρος Τάνε Νικόλωφ και Τούρκος Φουάτ Μπέης είχαν αρχίσει συνεργασία και οργάνωναν συμμορίες στο Νταρή Ντερέ, δηλαδή βορείως της Ξάνθης με σκοπό να εισβάλουν να εισβάλουν την εβδομάδα του Πάσχα σε Γκιουμουλτζίνα και Ξάνθη. Μαζί τους συνεργάζονταν και ο βοεβόδας Τσακπίνωφ στην περιοχή Πασμακλή. Κατά τις ίδιες πληροφορίες στην περιοχή της Φιλιππούπολης, υπήρχαν περί τους 3.000 κομιτατζήδες.
Τα μέτρα όμως των στρατιωτικών αρχών σε Μακεδονία και Θράκη περιόρισαν κάπως το Πάσχα, τη δράση των Βουλγαρικών συμμοριών, αλλά δεν τη σταμάτησαν.
Πυκνός σε γεγονότα ήταν όμως ο Μάιος του 1923.
Στις 8 του μηνός ομάδα από 15 κομιτατζήδες, που είχαν μαζί τους και οπλοπολυβόλο επιτέθηκε εναντίον διμοιρίας του ελληνικού στρατού στην περιοχή Μπαχτσάς, 10 χιλμ. βορείως του Γιασίκιοϊ (σήμερα Ίασμος). Η συμπλοκή κράτησε περισσότερο από μία ώρα και τελικά υποχώρησαν οι εισβολείς. Στο τόπο της συμπλοκής εγκατέλειψαν ανθελληνικές προκηρύξεις γραμμένες στα Τουρκικά και στα Βουλγαρικά.
Λίγες μέρες αργότερα στις 17 Μαΐου μια ομάδα 10 κομιτατζήδων εμφανίσθηκε σε ελληνικό φυλάκιο της τοποθεσίας Χαν Σολού Γκιουνούς βόρεια της Κομοτηνής, Εξαφανίσθηκαν όμως όταν άρχισαν να τους πυροβολούν από το φυλάκιο.
Την ίδια μέρα, πολύ μακριά, στην Κοτρωνιά Σουφλίου, εμφανίσθηκαν δύο ένοπλοι άγνωστοι. Καταδιώχτηκαν, συνεπλάκησαν με άνδρες της Χωροφυλακής και διέφυγαν στο Βουλγαρικό έδαφος
Πέρασαν πάλι λίγες μέρες και τα μεσάνυχτα της 23ης Μαΐου άγνωστοι έριξαν στο χωριό Ντουραλήκιοϊ (σήμερα Δωρικό) 12 χιλμ. δυτικά των Φερών τρείς χειροβομβίδες εναντίον ενός σπιτιού. Εξερράγη μόνο η μία. Από τις άλλες δύο που δεν εξερράγησαν διαπιστώθηκε ότι ήταν γερμανικές. Οι κάτοικοι του χωριού αφυπνίσθηκαν και καταδίωξαν τους δράστες, οι οποίοι φεύγοντας πρόλαβαν και έβαλαν φωτιά σε ένα σπίτι, που την κατέσβεσαν αμέσως οι κάτοικοι.
Στις 30 Μαΐου εμφανίσθηκαν 10 κομιτατζήδες βορείως του χωριού Νταλαπζιλάρ, νοτίως της Μακάσας.
Στις 31 Μαΐου στις περιφέρεια Σαπών έκανε την εμφάνισή της 15μελής ομάδα κομιτατζήδων και στρατιωτών. Καταδιώχτηκε και κατέφυγε στο Βουλγαρικό έδαφος. Πιθανολογήθηκε τότε ότι η είσοδός τους στο Ελληνικό έδαφος αποσκοπούσε να διευκολύνει τη φυγάδευση οικογενειών Βουλγάρων.
Ο φόνος του ταγματάρχη Πιερουτσάκου
Στις 30 Μαΐου, συντάραξε τη Θράκη ο φόνος του ταγματάρχη Πεζικού Τζανέτου Πετρουτσάκου και ο βαρύς τραυματισμός ενός στρατιώτη. Ο φόνος έγινε κοντά στον Εχίνο. Ο δολοφονηθείς ταγματάρχης μετέβαινε από Ίλιτζα (σήμερα Θέρμες Ξάνθης) προς Σαχίν (σήμερα Εχίνος) μαζί με άλλους δύο αξιωματικούς και τρείς οπλίτες, μετά από επιθεώρηση φυλακίων στην ελληνοβουλγαρική μεθόριο.
Έπεσαν σε ενέδρα περίπου 20 κομιτατζήδων, που είχαν καταλάβει στο δρόμο τρία επίκαιρα σημεία. Οι Βούλγαροι επωφελήθηκαν από το πυκνό δάσος της περιοχής και εξαφανίσθηκαν μετά τη δολοφονία. Βρέθηκαν όμως ίχνη αίματος, σημάδι πως κάποιος κομιτατζής είχε τραυματισθεί.
Σχετικά με το φόνο του ταγματάρχη Πετρουτσάκου, ο Βούλγαρος επιτετραμμένος στην Αθήνα Κανταρτζήεφ επισκέφτηκε τον διευθυντή του Α΄ Πολιτικού Τμήματος του υπουργείου Εξωτερικών Ραφαήλ και του ανακοίνωσε προφορικά, ότι διατάχτηκε η λήψη αυστηρότατων μέτρων για την παρεμπόδιση της εισβολής κομιτατζήδων στο ελληνικό έδαφος, όσο για τους δράστες ισχυρίσθηκε ότι το μέρος που έγινε το επεισόδιο είναι πυκνό δάσος και μέσα εκεί μάλλον κρύβονται λαθρέμποροι παρά κομιτατζήδες!!!
Ο Τζανέτος Πιερρουτσάκος ήταν από τη Γέρμα Οιτύλου και ως λοχίας πήγε εθελοντής στη Μακεδονία και πολέμησε υπό τον καπετάν Μαλέα εναντίον των Βουλγάρων κομιτατζήδων. Στη συνέχεια σταδιοδρόμησε ω μόνιμος αξιωματικός.
Βαρβαρότητα!!!
Μια απίστευτή καταγγελία βαρβαρότητας καταγγέλθηκε στα μέσα Ιουνίου 1923
Ένας κομιτατζής της Βουλγαρικής περιοχής Νταρή Ντερέ, σκότωσε ένα πράκτορα των Ελλήνων ονόματι Σαντίκ και μάλιστα μέσα σε ελληνικό έδαφος. Στη συνέχεια έκοψε το κεφάλι του και το μετέφερε στο Πασμακλή, όπου έλαβε αμοιβή 30.000 λέβα για το κατόρθωμά του!!!
Ο διοικητής του Πασμακλή κάλεσε τον πεθερό του Σαντίκ που διέμενε στο χωριό Σατζούκ και με χλευαστικό τρόπο του παρέδωσε το κεφάλι του θύματος.
Στο Νταρή Ντερέ στάθμευε συμμορία κομιτατζήδων με πολλούς Μουσουλμάνους, τα ονόματα των οποίων είχαν διαρρεύσει την Ελληνική πλευρά.
Νυχτερινή επίθεση στα Αρριανά Ροδόπης
Τα μεσάνυχτα της 4ης Ιουνίου 1923, χτυπήθηκε το χωριό Κουζλού Κιμπίρ (σήμερα Αρριανά Ροδόπης ),
Άγνωστοι πλησίασαν στην άκρη του χωριού όπου βρίσκονταν τα σπίτια του Χουσεΐν Ζεκεριέ Αγά και της χήρας Χατηφέ Σαλή, που είχαν κατοικηθεί από πρόσφυγες. Οι άγνωστοι δράστες χωρίστηκαν σε δύο ομάδες και έριξαν δύο επιθετικές χειροβομβίδες. Η μία εξερράγη στη στέγη της χήρας Χατηφέ Σαλή και η άλλη στο δεξιό μέρος του σπιτιού. Έχασαν τη ζωή τους δύο βόδια. Οι δράστες μετά τις χειροβομβίδες άρχισαν να πυροβολούν εναντίον των δύο σπιτιών, ενώ η άλλη ομάδα πλησίασε στον αστυνομικό σταθμό του χωριού. Η μικρή δύναμη των χωροφυλάκων άρχισε να αντιπυροβολεί, ενώ η υπόλοιπη υπό τον ανθυπασπιστή Καραμούζη Ηλία, ενέδρευε σε άλλη θέση.
Από τη φασαρία στο χωριό πολλά ζώα φοβισμένα σκορπίστηκαν έξω και οι άγνωστοι δράστες βρήκαν την ευκαιρία και έκλεψαν δύο βόδια και μία αγελάδα, που ανήκε στον πρόσφυγα Λάμπρο Μπεχλιβανίδη και ένα βόδι του Χουσεΐν Ζεκεριέ Αγά.
Όταν σταμάτησαν οι πυροβολισμοί οι χωροφύλακες ερεύνησαν τη γύρω περιοχή του χωριού χωρίς να ανακαλύψουν τίποτα. Το πρωί, ακολούθησαν τα ίχνη που άφησαν οι δράστες, που οδηγούσαν στο δάσος με δρόμο 1,5 ώρας. Εκεί χάθηκαν πλέον τα ίχνη των δραστών προς τη χαράδρα Σιστανλίκ Μπαχτιράν. Η Υπομοιραρχία των Σαπών είχε τη γνώμη ότι ήταν οι ίδιοι δράστες, που την προηγούμενη βραδιά είχαν κλέψει άλλα βόδια προσφύγων από το χωριό Καλαϊτζή Ντερέ (σήμερα Κασσιτερά). Επρόκειτο κατά τη γνώμη της για συμμορία κομιτατζήδων που στέλνονταν από το Βουλγαρικό έδαφος για να τρομοκρατεί τους πρόσφυγες.
Ο Γενικός Διοικητής Θράκης Σπ. Δάσσιος με τηλεγράφημά του ζητούσε από την κυβέρνηση να επανασυσταθεί το καταργηθέν απόσπασμα καταδίωξης του 16ου Συντάγματος με μεγαλύτερη μάλιστα δύναμη.
Σκότωσαν δύο χωροφύλακες
Στις 12 Ιουνίου 1923 ένοπλο επεισόδιο σημειώθηκε στο έρημο χωριό Παλντιράν στις 8 το πρωί στη θέση Μπαΐρ Αϊρμή Γκιολ.
Άγνωστοι σκότωσαν τους χωροφύλακες Διαμαντή Λεωνίδα και Τσιλιγιάννη Δημήτριο, που ανήκαν στη δύναμη του χωριού Μοναστήριο. Τα δύο θύματα βάδιζαν προς τον προορισμό τους σε ένα ανηφορικό δασωμένο δρόμο όταν δέχτηκαν επίθεση από αριστερά και δεξιά. Έπεσαν πρηνηδόν και ανταπέδωσαν τους πυροβολισμούς. Όταν χτυπήθηκε ο Διαμαντής οι κομιτατζήδες φώναξαν στα Βουλγάρικα «Ουρά- Ουρά» δηλαδή «Ζήτω»!!!
Οι χωροφύλακες υπηρετούσαν στον Σταθμό Χωροφυλακής του Κέχρου.
Έφεραν πολλά τραύματα με πυροβόλο όπλο αλλά και τραύματα με εγχειρίδιο. Επίσης τους είχαν ξεριζώσει τα νύχια. Δίπλα τους βρέθηκαν προκηρύξεις γραμμένες στα Ελληνικά που προέτρεπαν τους πάντες να καταθέσουν τα όπλα. Οι δράστες τους είχαν αφαιρέσει τα ρούχα. Οι δύο χωροφύλακες μαζί με ένα τρίτο χωροφύλακα τον Θόδα Χαράλαμπο στο Σταθμό Χωροφυλακής του Κέχρου, αλλά κανένας δεν ήξερε για την τύχη του.
Αμέσως βγήκαν στα γειτονικά χωριά καταδιωκτικά αποσπάσματα, αλλά δεν φαίνεται είχαν αποτελέσματα. Μαζί τους κινητοποιήθηκαν και τρεις λόχοι Πεζικού υπό τον ταγματάρχη Ανθούλη. Από κάποια ίχνη αίματος που βρέθηκαν συμπέραναν ότι είχε τραυματισθεί και κάποιος κομιτατζής.
Τελικά αργότερα, εμφανίσθηκε ο Θόδας στο χωριό Μοναστήριο. Είχε πέσει σε ενέδρα συμμορίας 50 κομιτατζήδων πάνω από το χωριό Βολτέρα. Καταδιώχτηκε ,αλλά διέφυγε από το ρέμα του Μοναστηρίου.
Και άλλα επεισόδια τον Ιούνιο 1923
Στις 15 Ιουνίου 1923 σημειώθηκε και άλλο μεθοριακό επεισόδιο στην περιοχή Διδυμοτείχου, όταν ελληνικό φυλάκιο βλήθηκε ανεπιτυχώς από το Βουλγαρικό έδαφος χωρίς να ανταπαντήσει στα πυρά.
Την επομένη έγινε πάλι επίθεση εναντίον δύο Ελληνικών φυλακίων. Αλλά όταν οι δικοί μας απάντησαν με πυρά οπλοπολυβόλου οι κομιτατζήδες τράπηκαν σε φυγή.
Μετά το επεισόδιο, έγινε συνάντηση του Βούλγαρου και του Έλληνα λοχαγού της Προκάλυψης. Ο Βούλγαρος λοχαγός εξέφρασε τη λύπη του και απέδωσε την επίθεση σε άτακτους. Η συνεννόηση μεταξύ των δύο λοχαγών, φαίνεται να είχε πρόσκαιρα αποτελέσματα. Το άλλο βράδυ κάποια ομάδα άτακτων επιχείρησε να εισέλθει στο Ελληνικό έδαφος στο ύψος του χωριού Σαρίχαντιρ (σήμερα Κυπρίνος Έβρου). Τότε από συμφώνου Ελληνικά και Βουλγαρικά φυλάκια φώτισαν τον ουρανό με κόκκινες προειδοποιητικές φωτοβολίδες, ενώ έπεσαν αραιοί πυροβολισμοί από το Βουλγαρικό φυλάκιο. Οι άτακτοι διαλύθηκαν αμέσως!!!
Ο Ιούνιος είχε και άλλα περιστατικά με κομιτατζήδες.
Στις 4 του μηνός συμμορία κομιτατζήδων πήγε στο χωριό Καλαϊτζή Ντερέ (σήμερα Κασσιτερά Ροδόπης) και έκλεψε 12 βόδια που ανήκαν σε ατυχείς πρόσφυγες. Έριξαν και δύο χειροβομβίδες, χωρίς να τραυματίσουν κανέναν. Καταδιώχθηκαν από το στρατό και βρέθηκαν τα 6 βόδια, που επεστράφησαν στους κατόχους τους.
Ο Ιούλιος του 1923 γεμάτος δράση των κομιτατζήδων
Ο Ιούλιος της χρονιάς εκείνης, ήταν επίσης πλήρης γεγονότων. Στις αρχές του μήνα υπήρχαν πληροφορίες ότι επήλθε συνεργασία του λεγόμενου Βουλγαρικού Μακεδονικού Κομιτάτου και του Τουρκικού Κομιτάτου, γεγονός που έδειχνε ότι οι συμμοριακές ομάδες των κομιτατζήδων είχαν σκοπό να εντείνουν τη δράση τους στη Δυτική Θράκη.
Η περιφέρεια του Πασμακλή που ανήκε στη Βουλγαρία, παρουσίαζε έντονη κίνηση κομιτατζήδων. Εκεί βάσει των πληροφοριών που πήραν οι ελληνικές αρχές ήταν μεταξύ άλλων και περίπου 80 κομιτατζήδες, που είχαν καταγωγή από χωριά της περιφέρειας Δεδέαγατς (Αλεξανδρούπολης) εκτός ελαχίστων που κατάγονταν από Βουλγαρικά χωριά. Όλοι αυτοί ήταν συγκεντρωμένοι σε χωριά δυο ώρες μακρύτερα από το Κιουσού Καβάκ. Από εκεί κατά διαστήματα εισβάλουν στο ελληνικό έδαφος για να κλέψουν αιγοπρόβατα. Άλλοι 30 κομιτατζήδες ήταν συγκεντρωμένοι στο χωριό Τερζί Γιορέν στα νότια της Μακάσας, που ενεργούν και αυτοί κατά τον ίδιο τρόπο.
Επίσης στο χωριό Τσατάκ του άνω ρου του ποταμού Άρδα της περιφέρειας του Εγρή Ντερέ εμφανίσθηκαν δύο συμμορίες κατά τη φημολογία Ελληνικές, με συμμετοχή και Τούρκων, που σκότωσαν 8 Βουλγάρους και 3 Τούρκους!!! Ελέχθη τότε, ότι έστειλαν και επιστολή στον έπαρχο του Κίρτζαλι με την οποία προειδοποιούσαν ότι κάθε Βουλγαρική ενέργεια κομιτατζήδων σε ελληνικό έδαφος θα έχει άμεσα αντίποινα από μέρους τους μέσα στο Βουλγαρικό έδαφος.
Τον Ιούλιο επίσης μια Βουλγαρική εφημερίδα έγραψε ότι στην περιοχή της Χασκόβου έκανε την εμφάνισή της 20μελής συμμορία κομιτατζήδων καλά οπλισμένων, η οποία όπως ελέγετο, είχε ληστέψει πλέον των 200 ταξιδιωτών. Κατά τους ισχυρισμούς των Βουλγάρων η συμμορία αυτή ήταν ελληνική! Την κατεδίωξε ένα λόχος στρατού υπό τον υπολοχαγό Κύριλ Χρίστωφ.
Στις 21 Ιουλίου μια ομάδα 8 κομιτατζήδων αποπειράθηκε να ληστέψει και να σκοτώσει στο χωριό Δειλινά Σαπών ένα Έλληνα λαχανοκηπουρό αλλά απέτυχε. Καταδιώχτηκε, αλλά εν τω μεταξύ ξέσπασε θύελλα, που έδωσε την ευκαιρία στους δράστες να διαφύγουν.
Στις 29 Ιουλίου μια 11μελής συμμορία κομιτατζήδων επιτέθηκαν στο χωριό Ντερέκιοϊ (σήμερα Πάνδροσος) της Γρατινής Ροδόπης, τραυμάτισαν, λήστεψαν κατοίκους και διέφυγαν.
Και μετά τη Λωζάνη…
Ο Σεπτέμβριος του 1923 ήταν ένας κρίσιμος μήνας. Είχαν ολοκληρωθεί στη Λωζάνη οι συνομιλίες και δυστυχώς για την Ελλάδα, παραδίδονταν στην Τουρκία η περιοχή του Καραγάτς, για να μην πληρώσει η χώρα μας πολεμικές επανορθώσεις που απαιτούσε η Τουρκία, για καταστροφές που έκαναν τα Ελληνικά στρατεύματα κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία.
Στις αρχές του Σεπτέμβρη αφίχθηκε στην Αδριανούπολη ο Φουάτ Μπέης με 250 άτακτους. Η Τουρκική κυβέρνηση μόλις το πληροφορήθηκε διέταξε τον Φουάτ να μην κάνει καμιά κίνηση πριν από την παράδοση του Καραγάτς, για να μην δημιουργήσει ζητήματα και διαμαρτυρίες από την Ελλάδα. Του όρισαν μάλιστα και δρομολόγιο εισόδου στην Αδριανούπολη από την πλευρά του ποταμού Άρδα και της συμβολής του με τον ποταμό Έβρο.
Οι ελληνικές στρατιωτικές αρχές φοβούμενες επεισόδια ζητούσαν από την κυβέρνηση να επιτρέψει να εξοπλισθούν οι κάτοικοι των καθαρώς ελληνικών χωριών της μεθορίου για να αμύνονται κατά των συμμοριών.
Είχε προηγηθεί επίθεση κομιτατζήδων την 1η Σεπτεμβρίου 1923 εναντίον του Σταθμού Χωροφυλακής του χωριού Μοναστήριο Σαπών. Η πρώτη επίθεση έγινε στις 11 τη νύχτα και αποκρούσθηκε από τους χωροφύλακες. Το επόμενο βράδυ έγινε και νέα επίθεση στις 2 μετά τα μεσάνυχτα. Και πάλι όμως αποκρούσθηκαν οι εισβολείς μετά από συμπλοκή δύο ωρών. Οι κομιτατζήδες μάλιστα, είχαν φροντίσει να κόψουν προηγουμένως τις τηλεγραφικές γραμμές.
Οι περιπέτειες που έζησαν οι κάτοικοι της Θράκης από τους Βούλγαρους κομιτατζήδες, δεν έχουν τελειωμό. Πολλά αρχεία υπηρεσιών καταστράφηκαν, πολλές ιστορίες λαϊκών αφηγητών έσβησαν, καθώς περνούσαν τα χρόνια και έφευγαν από τη ζωή αυτή, όσοι γνώριζαν εκείνα τα γεγονότα. Ο χρόνος κάλυψε πολλά εγκλήματα και επέφερε τη λήθη. Ό,τι όμως διασώθηκε, θα διαλαλεί στην Ιστορία, τη βαρβαρότητα που έζησε η Θράκη…