Ντοπιολαλιά: Λογοπαίγνια, φράσεις μας με μεταφορικές  έννοιες

1920

Λογοπαίγνια, φράσεις μας με μεταφορικές  έννοιες

Γράφει ο Θεόφιλος Γουδουσάκης

Στη μικρή αγροτική κοινωνία των Βρυσικών, στα δύσκολα χρόνια των δεκαετιών του 40,50  και 60 με δύσκολη έως και αδύνατη την επικοινωνία με άλλες κοινωνίες γεννήθηκε και επιβλήθηκε μια ιδιόμορφη συμπεριφορά ανάμεσα στους χωριανούς.

Η ζωή τους περιστρέφονταν γύρω από τα ίδια λίγα θέματα που τους απασχολούσαν, κοινά για όλους και μέσα σ΄ αυτήν τη βιωματική περιστροφή  τους γεννήθηκαν, με τη βοήθεια και των έμπειρων γερόντων και επεκράτησαν, παροιμιώδεις φράσεις που σατίριζαν, επαινούσαν, εύχονταν και απεύχονταν, συμπεριφορές και καταστάσεις των συγχωριανών τους. Σήμερα, στύβοντας το μυαλό μου θυμήθηκα μερικές  από αυτές τις φράσεις και  σας τις παραθέτω για να θυμόμαστε τις πολύκλωνες και βαθιές ρίζες μας.

Α πάντι σικιά ουλιάνια,  (φύγετε από δω παιδιά)  φράση που την έλεγαν οργισμένα οι μεγάλοι “νταήδες” προς τα παιδιά που έπαιζαν και τους ενοχλούσαν.

Του πιργιάνι σι μάρανε,   Ο έρωτας, η αγάπη σε μάρανε,  σε νέο που αγαπούσε κοπέλα αλλά δεν ήταν άξιος.

Ντίλιμου έβαξι    ( Αφού άκουσε τον κρότο του όπλου) Απάντηση κυνηγού προς άλλον κυνηγό  όταν αστοχούσε στον πυροβολισμό θηράματος.

Μπουλάκιμ να φας του κιφάλσς,  κατάρα

Τι συλλουέσι σαν του γρουν που θέλει να κλάσει,   Υποθετική ερώτηση σε προβληματισμένο συγχωριανό.

Συν τα φσάει αέρας κώλουτσς φαίνιτι.  Αναφέρεται σ΄ αυτόν που αλλάζει γνώμη κάθε τόσο σαν τον κώλο της κότας με τον αγέρα.

 Τσιουρτσιουλάγκους στην κουπριά γναίκα γύρευε ταχιά. Γι αυτόν που ψάχνει εναγωνίως για σύζυγο. (Τσουρτσουλιάγκους  είναι ο κορυδαλλός.)

Καν’ του λαό (λαγό) για να λαλήσει κι τχιλώνα να συγκαθίσει. Για τον καταφερτζή

Νταννν    καμπάνα του τζιαμπαντάνιτ στουν ώμου. Για τον σοκακτσή. (Τζιαμπαντάνι=σακάκι)

Αυτή η γναίκα πουλύ δουλευτάρα….. εμ αρμέγει, εμ κατράει εμ μαστίχα ματσιαλάει.  Έλεγαν σκωπτικά για την τεμπέλα γυναίκα.