Ντοπιολαλιά: Το λεξικό μας…(Α)

1826

Το ΛΕΞΙΚΟ της Ντοπιολαλιάς

(της  Μαρέικης διαλέκτου)

Γράφει ο Θεόφιλος Γουδουσάκης

 

Ο Ερυθροπόταμος και η διάλεκτος των γύρω χωριών

Η ντοπιολαλιά μας, η Καραμπναριώτικη Μαρέικη διάλεκτος.

Την αφορμή πήρα από μια σχετική συζήτηση που έκανα με τον αγαπητό και εξαίρετο φίλο μου Καραφύλλη Γκροζούδη του Πολυχρόνη.

Σκεφτήκαμε ότι ένα ερμηνευτικό λεξικό της ντοπιολαλιάς μας στη καθομιλουμένη πανέμορφη και πανελλήνια γλώσσα μας θα βοηθούσε τα μέγιστα στους νέους συγχωριανούς μας που ζουν και μεγαλώνουν μακριά από το χωριό μας τα Βρυσικά, να διαβάζουν και να κατανοούν καλλίτερα, πολλά από τα άρθρα που αναρτώνται στην ιστοσελίδα και εμπεριέχουν μέσα λέξεις Βρυσικιώτικες άγνωστες σ΄ αυτούς. Το τόλμησα .

Αντί επεξηγηματικού προλόγου παραθέτω ένα απόσπασμα από το βιβλίο μου Πολύκαρπος και Θεοφάνης στα χρόνια του ζωναράδικου”

Στο χωριό, όπως και στα γύρω χωριά τα παραερυθροποτάμια, μιλούσαν με μια τραχιά προφορά. Έκοβαν από τις λέξεις το τελευταίο φωνήεν, τις μίκραιναν. Άκουγες λέξεις Ελληνικές αλλά με φαγωμένα τα περισσότερα φωνήεντα, άφηναν στις μεγάλες λέξεις ένα, δύο φωνήεντα να συμπλέκονται με πέντε και έξι σύμφωνα. Υπήρχαν στη γλώσσα τους και λέξεις άγνωστες για τους ξένους που φτιάχτηκαν από τους ίδιους και μέσα από τις ανάγκες της δύσκολης ζωής τους. Υπήρχαν και πολλές λέξεις Τούρκικες αλλά και Βουλγάρικες λόγω της συχνής επαφής με τους γείτονες τους Τούρκους και Βούλγαρους. Επίσης σε πολλές λέξεις είχαν αντικαταστήσει το «όμικρον» και το «έψιλον» με τα «ου» και «γιώτα» αντίστοιχα.”

Α

Αβανάκς = βλάκας

Αβανακιά= βλακεία

Αβτζής = κυνηγός

Άγανα=άχυρα από στάχυα

Αγ΄ρτσα=στραμπούληξα

Αγρικάω=καταφέρνω, κάνω κάτι επιδέξια

Αγριντιές=μεγάλα ξύλινα δοκάρια κάτω από τη στέγη

Άερ=όχι , άρνηση

Αηλιάκς=χωρίς δουλειά, χασομέρης

Άϊ σικιά=φύγε από δω

Αλαβάντα=παιχνίδι υπαίθριο εφήβων

Αλατζιάτκου=δίχρωμο

Αλιτζινέ=τρόπος δακτυλοκράτησης της μπίλιας σε παιχνίδι

Αλουζιαναβάνου=κουτοπόνηρη ανακατώστρα

αντάρα=ομίχλη

Αξάς=ξάδερφος

Αμπνάρι=χωριό Ασπρονέρι

Αμτζίκς=περιφρονητικός χαρακτηρισμός (μουνίκακας)

Ανάβανα=ανάφερα

Ανατ΄ ρτσα=σε έδωσα να καταλάβεις

Αντάσης μου=συνομήλικός μου

Αντί=εξάρτημα αργαλειού, σ΄ αυτό τύλιγαν το στημόνι

Αντράλα= ζάλη

Αντραλιάσκα= ζαλίστηκα

Απίκασα=κατάλαβα

Απψχάου=λυπάμαι

αραθύμσα=πεθύμησα

Αραμπάτσα=στολισμένη βοϊδάμαξα για την μεταφορά της νύφης

Αρατλίκς=συνάδελφος

Αρδέκια=αγριόπαπιες

αρδίνι=μικρό καλλιεργημένο κομμάτι  χωραφιού.

Αρίσι =εξάρτημα της βοϊδάμαξας ,διχαλωτό ξύλο που συγκρατούσε τα ζεμένα βόδια

Αρμούτια=αχλάδια

Αρνίθα=κότα

αρπατζίκι=κρεμμυδάκι  για  σπορά

αρτσιώθκα=θύμωσα και σηκώθηκε η τρίχα μου

Ασμάκι=κανάλι τεχνικό ή φυσικό

Αστόϊσι=ξέχασε

αφιγκρέμι=κρυφακούω

Αχράμς=άχρηστος

αχτσιάκι=τυρί φρέσκο ανακατεμένο με γάλα

 

…Συνεχίζεται!