Έβρος: Η Μακρά Γέφυρα με την πολύ …. Μακρά της Γέφυρα

6825

Η Μακρά Γέφυρα ήταν ένα ελληνικό χωριό που το 1873 αριθμούσε 1000 κατοίκους και υπάγονταν διοικητικά στο Βιλαέτι και Σαντζάκι Αδριανουπόλεως, έδρα του ομώνυμου Καζά και εκκλησιαστικά υπάγονταν στη Μητρόπολη Ηρακλείας. Το 1904 αριθμούσε 1.250 κατοίκους.

Το όνομα του χωριού προήλθε από τη γειτονική γέφυρα του Εργίνη ποταμού μήκους 1.330 μέτρων που θεμελιώθηκε από το Σουλτάνο Μουράτ Β’ το 1423 και ολοκληρώθηκε το 1443.
Το πλάτος της γέφυρας ήταν 5,5 μέτρα και είχε 174 θόλους, τόξα και έιναι η μεγαλύτερη πέτρινη γέφυρα στον κόσμο! Η γέφυρα διασχίζει τον Εργίνη και είναι τόσο μακριά επειδή έπρεπε να διασχίσει και μια έκταση βάλτων. 

 Οι κάτοικοι της Μακράς Γέφυρας ασχολούνταν με το εμπόριο και είχαν αναπτύξει εμπορικές επαφές με το Ιντζέκιοϊ, τη Ραιδεστό, τα Μάλγαρα κα. Λόγω της σιδηροδρομικής σύνδεσης με την Κωνσταντινούπολη και την Αδριανούπολη και Αλεξανδρούπολη, οι δύο γειτονικές πόλεις της Κεσσάνης και των Μαλγάρων που στερούνταν της συνδέσεως διοχέτευαν τα προϊόντα τους μέσω αυτής.

Οι μύλοι των αδελφών Θαλασσινού

Στις αρχές του 20ου αιώνα λειτουργούσαν μια Αστική Σχολή εξατάξια με 114 μαθητές και 4 δασκάλους και ένα Παρθεναγωγείο πεντατάξιο με 3 δασκάλες και 90 μαθήτριες. Το 1904 τα εκπαιδευτήρια αυτά ονομάστηκαν Λαμπαδάρεια προς τιμήν του ευεργέτη Α.Ν. Λαμπαδαρίδη που βρισκόταν στο Κάιρο. Στη λειτουργία των σχολείων συνεισέφερε επίσης και η Φιλεκπαιδευτική Αδελφότητα Κωνσταντινούπολης με ένα ποσό από το Ζαφειροπούλειο κληροδότημα. 


Στη Μακρά Γέφυρα υπήρχε η Εκκλησία του Τιμίου Ιωάννου του Προδρόμου που κτίστηκε το 1875.

Κατά τη διάρκεια του Α Παγκοσμίου Πολέμου οι κάτοικοι του Ουζούν Κιοπρού που αποτελούσαν ένα συμπαγές ελληνικό στοιχείο αναγκάστηκαν να εκπατριστούν και να μεταβούν στις παράλιες ελληνικές της Ραιδεστού,της Ηράκλειας, της Καλλιπόλεως κ.α. Την περίοδο 1918-1920 άρχισε και η παλιννόστηση των κατοίκων που συναντούσαν όμως πολλά προβλήματα και δυσκολίες.