Οι θαμμένοι θησαυροί του Διδυμοτείχου

1306

ΠΕΛΩΡΙΟΙ ΚΙΟΝΕΣ ΠΟΥ ΞΕΠΕΤΑΓΟΝΤΑΙ ΜΟΝΟΙ ΤΟΥΣ ΑΠ’ ΤΗ ΓΗ – ΕΠΙΤΥΜΒΙΕΣ ΠΛΑΚΕΣ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΜΙΑ ΧΑΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΩΣΗ ΑΥΛΩΝ. – ΚΛΑΣΙΚΗ Η ΤΟΠΙΚΗ ΑΔΙΑΦΟΡΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΥΠΑΡΧΟΥΣΕΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΕΣ, Η ΔΕ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΣΚΑΠΑΝΗ ΣΧΕΔΟΝ ΑΓΝΩΣΤΟΣ

 

Η επίσημη ιστορία, εκείνη τουλάχιστον που έχει ορισθεί να διδάσκεται στα σχολεία, ελάχιστα ασχολείται με το Διδυμότειχο. Ακόμα λιγότερο με τους θησαυρούς του.

Η αστοργία με την οποία περιβάλει το Κράτος κάποιες πολιτείες του που, οπωσδήποτε άξιζαν καλύτερης τύχης, καταπλήσσει επίσης, αλλά δικαιολογημένη κι η νοοτροπία των διαφόρων αρχαιολόγων που περιορίζουν τη δράση τους εκεί όπου η μη ασάφεια και οι νόμοι των πιθανοτήτων τους υπόσχονται πολύ πιο εύκολες επιτυχίες.

Ωστόσο το Διδυμότειχο, δεν στάθηκε τόσο τυχερό, ώστε να έχει την τιμή να περιβληθεί σε σελίδες της μυθολογίας ή σε οποιοδήποτε άλλο «έγκυρο» ντοκουμέντο – πράγμα που θα έκανε κάποιον μακρινό Σλήμαν να σκάψει – εν τούτοις, έχει αναπτύξει στα πολύ παλαιά, περισσότερο στα βυζαντινά χρόνια, αξιόλογη δραστηριότητα. Και  η δραστηριότης αυτή της παλαιοτάτου ζωής, μας είναι γνωστή από τα λιγοστά, τα μετρημένα εκείνα που βγήκαν στο φως τυχαία και όχι με τη συμβολή της αρχαιολογικής σκαπάνης.

Ο υπόψη χώρος περιβάλλει ολόκληρη την περιοχή του Διδυμοτείχου. Μα να απομακρύνει τους αρχαιολόγους; ‘Ισα – ίσα, πρέπει να κινεί τις υποψίες τους, όταν μάλιστα έχουν στα χέρια τους αρχαιολογικά ευρήματα που πουθενά, καμιά γραφή δεν μαρτυρεί.

Ένας ολόκληρος πολιτισμός ήκμασε πριν από το Χριστό. Γενεές υστερότερα η ίδια αυτή πολιτεία, έπαιζε λαμπρά το ρόλο της πρωτεύουσας στα χέρια του Μιχαήλ Καντακουζηνού. Όλα αυτά έσβησαν, χάθηκαν. Τίποτε πια δεν έχει απομείνει, όλα τα κατάπιε η γης, λες κι έχει ένστιχτα θαλασσινά.

Κι όμως δεν είναι έτσι. Θα είμαστε ξετσίπωτα άδικοι, όταν πούμε τέτοιες κουβέντες, που διόλου δεν αντέχουν στην πραγματικότητα. Δεν χάθηκε τίποτε από τον αρχαίο και βυζαντινό κόσμο του Διδυμοτείχου. Απλώς αποσύρθηκαν από το φως και κάπου ασφαλώς βρίσκονται κρυμμένα, περιμένοντας την ώρα για να ξαναπάρουν την θέση που τους ταιριάζει μέσα στον δικό μας κόσμο.

Δεν πρόκειται για συμπεράσματα αισιόδοξου δημοσιογράφου. Για γεγονός χειροπιαστό πρόκειται. Και είμεθα διατεθειμένοι να αποδείξουμε τον ισχυρισμό μας.

Μια πρόσφατη επίσκεψή μου στο «Κάστρο», όπως αποκαλούν οι ντόπιοι το Διδυμότειχο, με έφερε αντιμέτωπο με την εξής θλιβερή πραγματικότητα:

Στην τοποθεσία Αγία Πέτρα, λίγα χιλιόμετρα νοτιοανατολικά του Διδυμοτείχου, κάμποσα χρόνια πριν, ο κ. Χρ. Κεχαγιάς έγινε αφορμή να ανακαλυφθεί μια πελώρια κλίμακα σφηνωμένη στην πλαγιά ενός λοφίσκου. Οι ειδικοί που εκλήθησαν τότε για την συνέχιση των ανασκαφών κατ’ αρχάς έδειξαν συγκινητικό ενδιαφέρον, μέρες όμως αργότερα τα παρατούσαν στη μέση και έφευγαν.

Μία άλλη φορά, και πάλι ο κ. Κεχαγιάς, ανακάλυψε δυο άλλες πλάκες σε εντελώς διαφορετικά σημεία, μα που μεταξύ τους έχουν στενή σχέση, με επιγραφές αναφερόμενες στις σχέσεις των Ρωμαίων και Πλωτεινοπολιτών. (Κατά τα προβυζαντινά χρόνια το Διδυμότειχο ονομαζόταν Πλωτεινόπολις).

Στο προαύλιο του Γυμνασίου, κάτω ακριβώς από την εστία του γηπέδου καλαθοσφαίρας, ξεχωρίζει από το έδαφος, το χείλος ενός μεγάλου πύθου. Ανακαλύφθηκε εκεί πολλά χρόνια πριν και όμως εξακολουθεί να παραμένει εκεί παραχωμένο, σαν να μη συμβαίνει τίποτε.

Μία αίθουσα του Γυμνασίου εκτελεί χρέη μουσείου. Η ακαταστασία της όμως, όχι μόνο παραξενεύει, αλλά και εξοργίζει.

Ανήμερα της Πρωτοχρονιάς καταπιάστηκα με την ανασκαφή ενός φημολογούμενου τάφου. Μετά από μισή ώρα, αφού έσκαβα με χέρια και με πόδια, διεπίστωσα ότι δεν πρόκειται περί φήμης αλλά περί γεγονότος. Ο τάφος αυτός ευρίσκεται ακριβώς αντίκρυ από τα σφαγεία της πόλης. Έκανα κι εγώ ότι έκαναν όλοι οι άλλοι που πρωτοαντίκρισαν τον τάφο, που, ας σημειωθεί,  στην επιφάνειά του φέρει διάφορα σχήματα από μωσαϊκό. Τον ξανασκέπασα με ευλάβεια και ευχήθηκα πολύ σύντομα να βρεθεί ο άνθρωπος που, επιτέλους, θα ξεδιαλύνει τα μυστήρια του Διδυμοτείχου.

Παντού από τα στόματα των κατοίκων αυτήν την ευχή, την αδιάκοπη ακούς:

– Μακάρι να έρθουν αρχαιολόγοι στον τόπο μας! Διδυμότειχο δεν είναι μόνο αυτό που βλέπουμε. Διδυμότειχο είναι κι αυτό που υπάρχει κάτω από τα πόδια μας.  Κι αυτό είναι πολύ πιο σπουδαίο.

Και μήπως έχουν άδικο;

Πολλοί τους υπόσχονται ότι θα πάνε. Μα μένουν μόνο οι καλοπροαίρετες και ανέξοδες υποσχέσεις.

Σ’ ένα αγρόκτημα που απείχε πέντε χιλιόμετρα από την πολιτεία, τρίβοντας τα μάτια μου, αντίκρισα τον αυλόγυρό του επιστρωμένο με επιτύμβιες πλάκες!

Σε μερικά χωράφια, πάντα εκεί στη γύρω περιοχή, είδα να ξεπροβάλουν μέσα απ’ τη γη πελώριοι κίονες. Σηκώνουν το πέτρινο ανάστημά τους αναζητώντας λίγο φως του κόσμου μας. Του κόσμου που για πρώτη φορά γεννήθηκαν και στον οποίο αληθινά ανήκουν.

Οι θαμμένοι θησαυροί του Διδυμοτείχου, αναζητούν τον Σλήμαν.

(Άρθρο του δημοσιογράφου Απόστολου Βραχιολίδη στην εφημερίδα της Θεσσαλονίκης «ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΒΟΡΡΑΣ», που δημοσιεύθηκε την 11η Φεβρουαρίου 1962)

Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο kastropolites.com