Ομιλία του Μητροπολίτη Αλεξανδρουπόλεως Άνθιμου στην εκδήλωση για τα εγκεφαλικά επεισόδια

1308

%ce%b1%ce%bd%ce%b8%ce%b9%ce%bc%ce%bf%cf%82

Σε μια πολύ ενδιαφέρουσα ομιλία με κύριο άξονα την ψυχολογική αντιμετώπιση των εγκεφαλικών επεισοδίων καθώς και τη συμπεριφορά μας ως κοινωνικά όντα, προέβη ο Μητροπολίτης Αλεξανδρουπόλεως Άνθιμος στην εκδήλωση για την ενημέρωση-πρόληψη και δράσεις για τα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια.

 

Μια εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε το Σάββατο, 29 Οκτωβρίου στη Θεσσαλονίκη.

Ακουλουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας.

Κύριε Πρόεδρε της ΕΣΑΕΕ
Κυρίες και Κύριοι Καθηγητές,
και όσοι, με αφορμή την σχετική παγκόσμια ημέρα συμμετέχετε, επιστήμονες και ειδικοί εισηγητές, στη σημερινή Εκδήλωση για την ενημέρωση και την πρόληψη των αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων, προκειμένου να μας ωφελήσετε όλους τους φιλομαθείς ακροατές, πληροφορώντας μας με απλά λόγια, περί του “τί είναι το εγκεφαλικό”, “γιατί συμβαίνει”, “ποιά είναι η απρόσμενη αυτή εμπειρία για τον ασθενή” και “ποιά η διαδικασία αποκατάστασής του”, ώστε “να ξαναμάθει τη ζωή με εργοθεραπεία” και ακόμα, να πληροφορηθούμε για την “οικονομική υποστήριξη του γεγονότος από το Κράτος και τα Ασφαλιστικά Ταμεία”.
Κάποιος έγραψε: “είδα τον πατέρα μου στο νοσοκομείο μετά το εγκεφαλικό επεισόδιο που υπέστη και ταράχθηκα: ο δυνατός και γεμάτος αυτοπεποίθηση εκείνος άνδρας είχε αντικατασταθεί από έναν άνθρωπο σε σύγχυση, σαν παιδί. Πέρα από το γεγονός ότι ανησυχούσα για το αν θα αναρρώσει ή όχι, είχα μείνει κατάπληκτος από τις βαθιές μεταφυσικές προεκτάσεις αυτού που είχε συμβεί.
Στη Φιλοσοφία και στις Νευροεπιστήμες είχα μάθει ότι η συνείδηση δεν είναι σωματικό φαινόμενο και την θεωρούσα ανεξάρτητη από τον υλικό, τον σαρκικό εγκέφαλό μας. Όμως, η ιδέα αυτή (δυαδισμός του Καρτέσιου) βρίσκονταν σε απόλυτη αντίθεση με τη συνείδηση του πατέρα μου, που είχε σακατευθεί από έναν μικρό θρόμβο αίματος στον εγκέφαλό του”.
Λοιπόν, χρειάζεται μια τέτοια ενημέρωση; Βεβαίως χρειάζεται! Γιατί; Για να οργανωθούμε ως Κοινωνία, ώστε με ομάδες υποστήριξης να μικρύνουμε τη βλαπτικότητα του συμβάντος και “να το σηκώσουμε” πιο εύκολα στις κοινωνικές μας πλάτες.
Όμως, ο τίτλος που έβαλα στις λίγες αυτές σκέψεις μου, δεν είναι “το εγκεφαλικό ως κοινωνικό γεγονός…”. Θα με ρωτήσετε ίσως: “γιατί; η κοινωνικότητα δεν είναι σημαντικό μέγεθος”; Βεβαίως είναι, και για να την κατορθώσει ο άνθρωπος, χρειάστηκε πολλά εκατομμύρια χρόνια, ώστε  από μοναχικό αγρίμι να ενταχτεί σε αγέλες και πολύ αργότερα, από αγέλες να συγκροτήσει κοινωνίες.
Είπα, όμως, τη φράση “οι κοινωνικές μας πλάτες”, ναί! Επειδή γεγονότα τα οποία στις πλάτες των ατόμων είναι ασήκωτα, ως κοινωνίες μπορούμε να τα σηκώσουμε ανετότερα. Και επειδή, τα τελευταία 6-7 χρόνια φορτωθήκαμε πολύ και “δεν βάζουμε” πρόθυμα “πλάτη” στις ανάγκες των άλλων και πλέον διαπιστώνεται μια ατομική ή το πολύ-πολύ συντεχνιακή απομόνωση (κι αυτό θα πρέπει να μας ανησυχήσει), γι’ αυτό και έβαλα ως τίτλο στις σκέψεις που σας απευθύνω για “το εγκεφαλικό ως εκκλησιαστικό γεγονός”.
Και εξηγούμαι αμέσως.
Το Ευαγγέλιο, όταν ακούστηκε στην ανθρωπότητα ξάφνιασε, επειδή ευαισθητοποίησε τις τότε κοινωνίες των ανθρώπων. Η Εκκλησία πρότεινε την εκκλησιαστικοποίηση του κόσμου! Τί σημαίνει ο όρος: μέχρι τότε οι άνθρωποι προσπαθούσαν να εξευμενίσουν τους θεούς τους, να τους καλοπιάσουν, να επιτύχουν την εύνοιά τους, ανταποκρινόμενοι στα πιο παράλογα και εγωϊστικά βίτσια τους. Ο Χριστός όμως, εμφάνισε ένα Θεό – Πατέρα, που δεν ζήτησε τίποτε, αλλά έδωσε τα πάντα. Στο τέλος έδωσε και τον ίδιο Του τον Υιό, για να τραφεί ο κόσμος (με το σώμα Του και το αίμα Του), για να ζήσει ο άνθρωπος. Ο θάνατος του Χριστού εξασφάλισε σ’ εμάς τη ζωή.
Αλλά πριν από αυτό η ανθρωπότητα  γνώρισε κι ένα άλλο ξάφνιασμα. Ο Χριστός είχε πει: “ό,τι νομίζετε πως μου χρωστάτε, δώστε το στους συνανθρώπους σας και τότε θα είναι σαν να το εισπράττω εγώ”. Αυτήν την ευρυχωρία του πνεύματος η Εκκλησία την ονόμασε “λογική λατρεία”. Δεν ήταν εύκολο στον κόσμο να δεχτεί κάτι τέτοιο. Μέχρι τότε ο λαός του Ισραήλ έλεγε κάτι απολύτως δίκαιο, όμως διαφορετικό: “οφθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος”. Οι Έλληνες είχαν κάνει ένα βήμα πιο πάνω, όμως πάλι με αρνητική διατύπωση: “μην κάνεις ό,τι δεν θέλεις να σου κάνουν”. Ο Χριστός στην “επί του όρους ομιλία” λέει ακριβώς το ίδιο, όμως θετικά, σαν αγαπητική επίθεση: “να κάνετε θετικά και ευεργετικά στους άλλους, όσα θα θέλατε να κάνουν κι εκείνοι σε εσας”.
Σ΄ αυτό το ξάφνιασμα προσθέστε κι ένα άλλο. Ο Χριστός επέμενε “δεν ήρθα για να με υπηρετήσετε, αλλά για να σας υπηρετήσω” και όταν ζώστηκε το λέντιο στο Υπερώο, τότε ο Πέτρος φώναξε τρομαγμένος “δεν θα μου πλύνεις τα πόδια ποτέ”.
Μετά την Ανάστασή του ο Χριστός ζήτησε μόνο ένα πράγμα από τους ανθρώπους “να χαιρόμαστε”. Αυτό το πνευματικό γεγονός της χαράς (εσείς μπορεί να το λέτε “νευρώνες- καθρέπτες”), όμως για τους χριστιανούς είναι ένα άθλημα ζωής. Η χαρά που προτείνει ο Χριστός δεν έχει να κάνει με την ευτυχία, αφού συνήθως η ανερμήνευτη ευτυχία φέρνει κατάθλιψη. Η χαρά που προτείνει ο Χριστός είναι το ξεχείλισμα μιας σχέσης με το Θεό, που όμως υποχρεωτικά περνάει μέσα από τους συνανθρώπους μας, αφού κανένας μας δεν μπορεί να βρει το Θεό μόνος του κι απ’ ευθείας, παρά μόνο μέσω των άλλων. Κι αυτό, για να μπορεί η Χαρούλα Αλεξίου να τραγουδάει: “…ένα Χριστό της γειτονιάς, που ξέρει τί θα πει χιονιάς”.
Αυτά τα ανοίγματα της ψυχής, κανένα κοινωνικό μανιφέστο δεν μπορεί να τα επιβάλλει,  μόνο το Ευαγγέλιο μπορεί να εμπνεύσει την κοινωνία να τα ενστερνισθεί. Γι’ αυτό η δουλειά της Εκκλησίας δεν είναι να κάνει συσσίτια, αλλά “να αρπάζει τον κόσμο και να τον ενώνει με το Θεό”. Αυτή η διαδικασία λέγεται εκκλησιασμός του κόσμου. Όχι επειδή έχει ανάγκη ο Θεός τον κόσμο, αλλά επειδή ο κόσμος χωρίς Χριστό είναι άσχημος και επικίνδυνος. Και μιά κοινωνία χωρίς Χριστό, μπορεί να μας κλείσει το μάτι, και με ένοχη σιωπή να μας προσπεράσει ανελέητα.
Τώρα, μέσα σ’ αυτόν τον εκκλησιασμό του κόσμου που σας προτείνω, εντάξτε, παρακαλώ, και το εγκεφαλικό επεισόδιο. Είναι κάτι αναγκαίο, αλλά πολύ δύσκολο, σας διαβεβαιώνω, όμως, όχι ακατόρθωτο. Δύσκολο επειδή στις προηγούμενες εποχές, ο κόσμος αναζητούσε τον καλό-καγαθό άνθρωπο, αργότερα τον σοφό ή τον ιππότη, ύστερα γύρευε τον ήρωα ή τον άγιο. Στην προηγούμενη εποχή η επιδίωξη ήταν ο πετυχημένος άνθρωπος. Σήμερα γυρίζουμε πίσω, στα χρόνια μας αρχίζουμε ξανά να διερωτώμεθα “τί είναι άνθρωπος”, “πότε αρχίζει η ζωή του”, “αν μπορεί να διαχειρίζεται τη διάρκειά της” και “πότε τελειώνει η ζωή του”.
Γι’ αυτό είναι  ανάγκη οι Νευροεπιστήμες και η εξέλιξη τους να γυρέψουν απάντηση σ’ αυτό το αρχέγονο ερώτημα. Αν δεν το κάνουμε γρήγορα και με όρους ανθρωπιστικούς – ευαγγελικούς – εκκλησιαστικούς, τότε το ερώτημα θα μας επιστρέψει αμείλικτο ως εξής: ο άνθρωπος που χάνει το νου του, την προσωπικότητά του, είναι άνθρωπος;
Στην εποχή μας που χάθηκαν τα αυτονόητα και τα δεδομένα, φοβάμαι την απάντηση. Ο οικονομικός άνθρωπος και η ανοικονόμητη κοινωνία μας, δεν έχει αναστολές. Η λύση πρέπει να είναι εκκλησιαστική, δηλ. λύση που τον κάθε άνθρωπο, όποιος κι αν είναι, πλούσιος ή φτωχός, νέος ή γέρος, επιφανής ή άσημος, ο καθένας μας είναι μοναδική και ανεπανάληπτη εικόνα του ζωντανού Θεού. Και αυτή η ευαγγελική βεβαιότητα δεν επιδέχεται εκπτώσεις.
Κλείνω με κάτι που διάβασα στο διαδίκτυο και το είπα σε κήρυγμα στην Αλεξανδρούπολη:
Ένας ηλικιωμένος κύριος τηλεφώνησε για να κλείσει ραντεβού μ’ έναν οδοντίατρο, όμως είπε: “μέχρι τις 8.30 το πρωΐ πρέπει να έχω τελειώσει και να έχω φύγει”. Ο οδοντίατρος τον δέχτηκε πρωΐ – πρωΐ και όταν του τελείωσε την  εργασία του, τον ρώτησε: “γιατί έχετε τόση βιασύνη; “Ο ηλικιωμένος απάντησε: “κάθε πρωΐ στις 8.30 πηγαίνω στο Γηροκομείο όπου, εδώ και πολλά χρόνια, είναι η γυναίκα μου και παίρνω πρωϊνό μαζί της”. -“Χαίρομαι γι’ αυτό”, είπε ο γιατρός, “όμως θα μπορούσατε να της εξηγήσετε ότι θα ρθείτε στον οδοντίατρο…”. -“Γιατρέ”, είπε ο ηλικιωμένος, “δεν μπορώ να της το εξηγήσω”, επειδή “δεν με γνωρίζει πια”. Στην απορία του γιατρού: “μά, τότε; τί νόημα έχει να πηγαίνετε ανελλιπώς τόσα χρόνια; αφού δεν σας γνωρίζει”, ο ηλικιωμένος κύριος απάντησε: “όμως, γιατρέ μου, εγώ τη γνωρίζω”!