Όσο δεν παράγουμε, θα βουλιάζουμε!
Βασίλης Βιλιάρδος Οικονομολόγος – Βουλευτής Ελληνική Λύση
Το μεγαλύτερο πρόβλημα της Ελλάδας είναι το εμπορικό έλλειμμα, η διαφορά δηλαδή μεταξύ εισαγωγών και εξαγωγών – το οποίο έλλειμμα εκτινάχθηκε κατά 35,6% τον Απρίλιο! Το 2023 διαμορφώθηκε περίπου στα -32 δις € – ενώ φαίνεται πως το 2024 θα πλησιάσει, εάν δεν υπερβεί, τα επίπεδα του 2022 (-38,8 δις €).
Το αποτέλεσμα είναι να μην φτάνουν καν τα τουριστικά μας έσοδα για να το καλύψουν, παρά το ότι είναι πολύ αυξημένα σε σχέση με το 2022 – προκαλώντας έτσι έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών μας, αύξηση του εξωτερικού μας χρέους και άνοδο της εξαιρετικά αρνητικής καθαρής μας εξωτερικής θέσης.
Γιατί αυξάνεται το εμπορικό μας έλλειμμα; Επειδή δεν παράγουμε, αφού δεν διενεργούνται παραγωγικές επενδύσεις – οπότε κάθε χρόνο αυξάνεται η εξάρτηση μας από τις εισαγωγές, αποτελώντας βασικό χαρακτηριστικό μίας παρασιτικής οικονομίας.
Από εδώ ακριβώς τώρα, εξαρτώνται οι μισθοί (και οι συντάξεις) των εργαζομένων – όπου είναι αδύνατον να αυξηθούν σε πραγματικές αξίες (=χωρίς τον πληθωρισμό), εάν δεν επιλυθεί το παραπάνω πρόβλημα.
Ειδικότερα, εάν αυξηθούν οι σημερινοί πραγματικοί μισθοί πείνας και εξαθλίωσης (α) οι ελληνικές επιχειρήσεις θα χάσουν ακόμη περισσότερη ανταγωνιστικότητα, οπότε θα μειωθούν ξανά οι εξαγωγές και (β) τα νοικοκυριά θα αυξήσουν την κατανάλωση τους, οπότε θα αυξηθούν οι εισαγωγές.
Εάν λοιπόν μειωθούν περαιτέρω οι εξαγωγές και αυξηθούν οι εισαγωγές, τότε το εμπορικό μας έλλειμμα θα συνεχίσει μία ακόμη πιο έντονη ανοδική πορεία – καταστρέφοντας ολοσχερώς την οικονομία και οδηγώντας μας σε μία ακόμη χρεοκοπία, με τα υπέρογκα δίδυμα χρέη που έχουμε.
Σε σχέση τώρα με το γιατί δεν παράγουμε, προφανώς οφείλεται στη δυσλειτουργία της Δικαιοσύνης, στο προβληματικό/γραφειοκρατικό δημόσιο, στην ακριβή ενέργεια, στην υπερφορολόγηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, στο τοξικό γενικότερα επιχειρηματικό περιβάλλον χωρίς ή με πανάκριβο τραπεζικό δανεισμό, στην απειλή να κλείσει το κράτος την επιχείρηση, εάν δεν πληρώσει τον ΦΠΑ που τιμολόγησε μεν αλλά δεν εισέπραξε από τον πελάτη που συχνά είναι το ίδιο το κράτος, στα έξοδα με τα οποία επιβαρύνεται μία εταιρία για να εκπληρώσει τις παράλογες υποχρεώσεις που της επιβάλλονται (σύνδεση POS με ταμειακές μηχανές, διπλές τιμολογήσεις κλπ.), στα εξοργιστικά τεκμήρια κερδοφορίας ενός κράτους δυνάστη κοκ.
Όλα αυτά αυξάνουν επί πλέον το κόστος των επιχειρήσεων/ελευθέρων επαγγελματιών, οπότε την ακρίβεια και το κόστος διαβίωσης – ενώ στραγγαλίζουν την επιχειρηματικότητα και τα νοικοκυριά. Πολλοί επιχειρηματίες δε, είναι απλά εγκλωβισμένοι – αφού μπορεί μεν να έχει βελτιωθεί η ίδρυση μίας επιχείρησης, αλλά το κλείσιμο της χωρίς να χρεοκοπήσει παραμένει σχεδόν αδύνατο.
Τέλος, οι συνεχώς μειούμενοι πραγματικοί μισθοί και συντάξεις περιορίζουν τη ζήτηση/κατανάλωση, όπως φαίνεται από την πτώση των λιανικών πωλήσεων, οπότε το ΑΕΠ – ενώ εάν αφαιρέσει κανείς την κατανάλωση των τουριστών, θα διαπιστώσει πως οι Έλληνες έχουν εξαθλιωθεί εντελώς.
Λογικά λοιπόν όσο δεν παράγουμε θα βουλιάζουμε και για να παράγουμε, θα πρέπει να επιλυθούν τα προβλήματα που αναφέραμε – όπως έχουν κάνει ακόμη και οι χώρες των Βαλκανίων, με παράδειγμα τη Ρουμανία.
Μία χώρα που το 2009 είχε ΑΕΠ 174 δις $ όταν εμείς 331 δις $ και το 2023 στα 305 δις $, όταν εμείς μόλις 234 δις $. Πώς τα κατάφερε; Κυρίως με τη μεταρρύθμιση του φορολογικού της συστήματος και με τη σωστή λειτουργία του δημοσίου. Δεν είναι ντροπή μας; Αυτή τη σταθερότητα επιδιώκει η κυβέρνηση; Τη σταθερή πορεία προς την αλλαγή του ιδιοκτησιακού μας καθεστώτος, προς το γκρεμό και το χάος;