Μνήμες 28ης Οκτωβρίου 1940 στην Αλεξανδρούπολη

1909
Κείμενο – φωτογραφίες Θόδωρου Ορδουμποζάνη

«….Το πρωί που σφύριξαν οι σειρήνες για τον πόλεμο, η Φροσούλα ήταν κιόλας μαθήτρια του “Οκταταξίου Γυμνασίου”…….. 28 Οκτωβρίου ΄40. Ο κόσμος τα ΄ χει χαμένα. Μα τα παιδιά, τι να κάνουν; Τα ΄στειλαν στο σχολειό. Οι καθηγητές μπήκαν στις τάξεις…. Στην έδρα, ο Μιχάλης Γιαννακούρος, ο φιλόλογος, ένας ξανθός Σπαρτιάτης δυο μέτρα μπόι. Επιβάλλεται με το ύψος του, με το χαμόγελο, με τη πολυημάθειά του και τα παιδιά, γοητευμένα, τον ακούν ήσυχα, μαθαίνουν να δουλεύουν μαζί του φιλόπονα και συστηματικά…..

Στην αίθουσα μπαίνει βιαστικός ο γυμνασιάρχης ο κύριος Ταμβακίδης. Κοντός, μαύρος, με μάτια – κάρβουνα αναμμένα- που σπιθίζουν. Στα χέρια του κρατά μια κατάσταση. Το βλέμμα του αγκαλιάζει όλη τη τάξη. Γυρνά, σηκώνει το χέρι του στον ώμο του Γιαννακούρου. Προσπαθεί να χαμογελά.
– Παλικάρι μου, επιστρατεύεσαι! Λέει κι η φωνή του χρωματίζεται από συγκίνηση και περηφάνια. Ύστερα γυρνά στα παιδιά.
– Τα σχολεία θα κλείσουν. Γίνονται στρατώνες…Η λύπη κρέμεται στα μάτια του.
Οι ανάσες σταματούν μέσα στη σχολική αίθουσα. Να τος, λοιπόν, ο πόλεμος! Να το πρώτο χτύπημα. Κλείνουν τα σχολεία. Φεύγουν οι δάσκαλοι.
Ο Γιαννακούρος κάνει δυο βήματα ν΄ ακολουθήσει το γυμνασιάρχη που βγαίνει, ν΄ ακολουθήσει τη φωνή που τον φωνάζει στο καθήκον. Αισθάνεται κιόλας στρατιώτης. Σταματά όμως, στρέφεται ήρεμος στα παιδιά, αυτά σπάζουν την ταραχή τους, ένα σμάρι, να χωθούν στην αγκαλιά του. Τα πιο ψηλά, μόλις και φτάνουν στο ύψος της ζώνης του. Απλώνει τα τεράστια χέρια του, τα΄ αγκαλιάζει, τα χαϊδολογά, υπόσχεται:
– Το μάθημα θα το τελειώσουμε όταν τελειώσει ο πόλεμος. Τώρα, πρέπει όλοι να κάνουμε το χρέος μας στην πατρίδα, όπου μας καλεί τον καθένα. Το μάθημα θα συνεχιστεί γρήγορα.
Βγαίνει βιαστικά απ΄ την τάξη. Πάει….έφυγε! Τα παιδιά ξεσπούν σε γοερό κλάμα……»!
Είναι ένα απόσπασμα από το βιβλίο της Σοφίας Κλήμη – Παναγιωτοπούλου «Στο δέντρο του ερημίτη», όπου η Αλεξανδρουπολίτισα συγγραφέας αναφέρεται, με μία βιωματική περιγραφή, στην ημέρα της κήρυξης του Ελληνοϊταλικού Πολέμου. Είναι το μόνο γραπτό κείμενο που βρήκα στην αναζήτηση περιγραφής των γεγονότων στη πόλη μας για τη ιστορική εκείνη ημέρα. Μόνο προφορικές περιγραφές υπάρχουν από τους πολύ λίγους εναπομείναντες πρωταγωνιστές που και αυτές αναφερόνται στην αγωνία τους, που είχαν τότε, να τρέξουν να παρουσιαστούν το γρηγορότερο στις μονάδες που τους καλούσαν για να ντυθούν στο χακί και να ανηφορίσουν για το Αλβανικό μέτωπο, το συντομότερο δυνατόν. Από τους νεότερους που ως παιδιά θυμούνται τις γυναίκες και τους ηλικιωμένους να αποχαιρετούν τους δικούς τους, την πολεμική ατμόσφαιρα που επικρατούσε, τον ενθουσιασμό με τον οποίο αναχωρούσαν οι δικοί τους για το μέτωπο, τις πρώτες μέρες του πολέμου και την υποδοχή των πρώτων τραυματιών που κατέφθαναν από το μέτωπο.

 

ΦΩΤΟ 1 : Λίγες μέρες μετά την επιστρατευση έφεδροι Ναύτες του Λιμενικού, Στρατιώτες και πολίτες επιφορτισμένοι με την αεράμυνα της πόλης μπροστά από το Λιμεναρχείο στη παραλία. Αναγνωρίστηκαν: Όρθιοι: (1) Σπυριδωνίδης, (2) Μάκρας Πολυζώης, (3) Θωμαϊδης Μιχάλης, (4) Δημουλάς Γιώργος, (5) Μαυρίδης, (6) Μπουλμπουτζής Δούκας, (7) Δεληρόκας Ιωάννης. Καθήμενοι: (8) Χριστροδούλου Χριστόδουλος, (9) Καρατζόπουλος Θόδωρος, (10) Ράγκος, (11) Βεζυρτζής και (12) Τσακίρης (Καπετάνιος το επάγγελμα – με τα στρατιωτικά ο χοντρός στη μεσαία σειρά)

 

Αφορμή για να γραφεί αυτό το κείμενο υπήρξαν μερικές φωτογραφίες των πρώτων ημερών των γεγονότων, οι οποίες απεικονίζουν μια ομάδα συμπολιτών μας, μεγαλύτερων κλάσεων, οι οποίοι επιστρατεύθηκαν στο Λιμενικό Σώμα και παρέμειναν στο τοπικό Λιμεναρχείο ως «Αεράμυνα», κυρίως για την προστασία της πόλης και του λιμανιού από θαλάσσης. Με αφορμή λοιπόν αυτές τις φωτογραφίες γίνεται μια προσπάθεια να θυμηθούμε όλα όσα διαδραματίσθηκαν στη πόλη μας αλλά και στη χώρα εκείνες τις ιστορικές στιγμές.
Το τελεσίγραφο
Δευτέρα, 28 Οκτωβρίου 1940, ώρα 3 το πρωί. Ο Ιταλός πρεσβευτής Emmanuouelo Grazzi επισκέπτεται, στην οικία του, τον πρωθυπουργό της Χώρας, Ιωάννη Μεταξά και του επιδίδει τελεσίγραφο με το οποίο ζητούσε, εντός τριών ωρών, την ελεύθερη διέλευση και στάθμευση των ιταλικών στρατευμάτων στην Ελλάδα. Το κείμενο της διακοίνωσης – τελεσιγράφου της ιταλικής κυβέρνησης καταλήγει ως εξής:
«….Όθεν η Ιταλική Κυβέρνησις κατέληξεν εις την απόφασιν να ζητήση από την Ελληνικήν Κυβέρνησιν – ως εγγύησιν δια την ουδετερότητα της Ελλάδος και ως εγγύησιν δια την ασφάλειαν της Ιταλίας – το δικαίωμα να καταλάβη δια των ενόπλων αυτής δυνάμεων δια την διάρκειαν της σημερινής προς την Αγγλίαν ρήξεως, ωρισμένα στρατηγικά σημεία του ελληνικού εδάφους. Ιταλική κυβέρνησις ζητεί από την Εληνικήν Κυβέρνησιν όπως μη εναντιωθή εις την κατάληψιν ταύτην και όπως μη παρεμποδίση την ελευθέραν διέλευσιν των στρατευμάτων των προοριζομένων να την πραγματοποιήσωσι. Τα στρατεύματα ταύτα δεν παρουσιάζονται ως εχθροί του ελληνικού λαού και η Ιταλική Κυβέρνησις δεν προτίθεται ποσώς, δια της προσωρινής κατοχής στρατηγικών τινών σημείων, επιβαλλομένης υπό της ανάγκης των περιστάσεων και εχούσης καθαρώς αμυντικόν χαρακτήρα, να θίξη οπωσδήποτε την κυριαρχίαν και την ανεξαρτησίαν της Ελλάδος. Ιταλική Κυβέρνησις ζητεί από την Ελληνικήν Κυβέρνησιν όπως δώσει αυθωρεί εις τας στρατιωτικάς αρχάς, τας αναγκαίας διαταγάς ίνα η κατοχή αύτη δυνηθή να πραγματοποιηθή κατά ειρηνικόν τρόπον. Εάν τα ιταλικά στρατεύματα ήθελον συναντήσει αντίστασιν, η αντίστασις αυτή θα καμφθή δια των όπλων και η Ελληνική Κυβέρνησις θα έφερε τας ευθύνας αι οποίαι ήθελον προκύψει εκ τούτου».

ΦΩΤΟ 2: 3 Δεκεμβρίου 1940, αναμνηστική φωτογραφία επιστρατευμένων στο Λιμενικό, στην Αλεξανδρούπολη. Αναγνωρίσθηκαν: (1) Δεληκόκας Ιωάννης, (2)Δούκας Μπουλμπουτζής, (3) Πολυζώης Μάκρας, (4) Θόδωρος Καρατζόπουλος, (6) Μαυρίδης, (8)Ράγγος, (9) Χριστόδουλος Χριστοδούλου, (10) Γιώργος Δημουλάς, (12) Μιχάλης Θωμαϊδης, (17) Ματζώρος, (18) Δεληδούκας Μιχάλης.- 

Δ
εν είναι ασφαλώς μια αναμενόμενη επίσκεψη. Με τη γαλλική φράση «Alors, c ‘ est la guerre», που σημαίνει «Πόλεμος λοιπόν», ο Μεταξάς απορρίπτει αμέσως το ιταμό ιταλικό τελεσίγραφο και απευθύνει διάγγελμα προς τον ελληνικό λαό.

Ο Εμμανουέλε Γκράτσι, πρέσβης της Ιταλίας στην χώρα μας, το 1940, συμπρωταγωνιστής της ιστορικής εκείνης νύχτας της 28/10/1940 στο βιβλίο του «Η αρχή του τέλους – η επιχείρηση κατά της Ελλάδος»,περιγράφει ως εξής εκείνες τις ιστορικές αυτές στιγμές:
«…Δέκα λεπτά πριν από τις 3 της νύχτας της 28ης Οκτωβρίου του 1940, ο στρατιωτικός μου ακόλουθος, ο διερμηνέας μου και εγώ, φθάσαμε στην καγκελόπορτα μιας μικρής οικίας στην Κηφισιά, όπου έμενε ο Πρωθυπουργός της Ελλάδος. Στον φρουρό της οικίας είπα ότι επιθυμώ να δω τον Πρωθυπουργό για κάτι πολύ επείγον. Ο φρουρός άρχισε να χτυπά το κουδούνι του εσωτερικού της οικίας, αλλά δεν ελάμβανε καμίαν απάντηση. Διερωτήθηκα εάν ήτο δυνατόν μια πρωθυπουργική κατοικία να μην απαντά αμέσως. Γιατί εγώ είχα εντολή να παραδώσω το τελεσίγραφον στις 3 π.μ. ακριβώς, της 28/10/1940, λόγω Δε της προσπάθειας μου να ακουσθεί το κουδούνι και να ανοίξει η πόρτα, η ώρα είχε ήδη φθάσει 3. Επιτέλους το κουδούνισμα ξύπνησε τον ίδιο τον Μεταξά, που έκαμε την εμφάνισή του σε μια μικρή πλαϊνή πόρτα και αναγνωρίζοντάς με, με άφησε να περάσω. Ο Μεταξάς φορούσε μια μάλλινη ρόμπα, από τον γιακά της οποίας φαινόταν ένα μετριότατο βαμβακερό νυκτικό. Μου έσφιξε το χέρι και με έβαλε να καθήσω σε ένα μικρό φτωχικό σαλόνι του σπιτιού. Μόλις καθίσαμε, και επειδή η ώρα ήταν λίγα λεπτά μετά τις 3, του είπα αμέσως ότι η Κυβέρνησίς μου, μου είχε αναθέσει να το εγχειρίσω προσωπικά ένα κείμενο, που δεν ήτο τίποτε άλλο, παρά το τελεσίγραφον της Ιταλίας προς την Ελλάδα, με το οποίον η Ιταλική Κυβέρνηση απαιτούσε την ελεύθερη διέλευση των στρατευμάτων της στον Ελληνικό χώρο, από τις 6 π.μ. της 28/10/1940. Ο Μεταξάς άρχισε να το διαβάζει. Μέσα από τα γυαλιά του, έβλεπα τα μάτια του να βουρκώνουν. Όταν τελείωσε την ανάγνωση με κοίταξε κατά πρόσωπο, και με φωνή λυπημένη αλλά σταθερή μου είπε: «Alors c’est la guerre.» (Λοιπόν έχουμε πόλεμο).Στην συνάντηση αυτή, κατά την θυγατέρα του Μεταξά, ακολούθησε και η εξής στιχομυθία που ο Γκράτσι δεν την αναφέρει:
«Γκράτσι: Pas necessaire, mon excellence (όχι απαραίτητα εξοχότατε!Μεταξάς: Non, c’est necessaire (όχι, είναι απαραίτητο )».Και συνεχίζει ο Γκράτσι την περιγραφή του αυτή:
«…Με συνόδευσε στην έξοδο υπηρεσίας από την οποία είχα μπει και όταν ήμασταν στο κατώφλι μου είπε: «Vous etes le plus forts» (είσθε οι πιο ισχυροί). Με την σειρά μου δεν ήξερα τι να απαντήσω στα λόγια αυτά και στην βαθειά λύπη που τα δονούσε. Νομίζω δεν υπάρχει άνθρωπος στον κόσμο, ο οποίος μια τουλάχιστο φορά στην ζωή του, να μην αισθάνθηκε απέχθεια για το επάγγελμά του. Αν στη μακρά σταδιοδρομία μου στην υπηρεσία του κράτους υπήρξε ποτέ μια στιγμή κατά την οποία εμίσησα το δικό μου, μια στιγμή κατά την οποίαν το καθήκον του αξιώματος μου φάνηκε σταυρός και όχι μόνο θλιβερός, αλλά και ταπεινωτικός, η στιγμή αυτή ήταν όταν άκουσα εκείνα τα αποκαρδιωμένα λόγια που πρόφερε ο πρεσβύτης εκείνος, που είχε καταναλώσει ολόκληρη τη ζωή του αγωνιζόμενος και υποφέροντας για την χώρα του και που, και κατά την υπέρτατη εκείνη στιγμή, προτιμούσε να διαλέξει για την πατρίδα του το δρόμο της θυσίας και όχι το δρόμο της ατιμώσεως. Υποκλίθηκα μπροστά του με τον βαθύτερο σεβασμό και βγήκα από το σπίτι του…..».
Ο Μεταξάς στο προσωπικό του ημερολόγιο με μεγάλην συντομίαν, περιγράφει ως εξής την συνάντησίν του αυτήν με τον πρέσβη της Ιταλίας Εμμανουέλε Γκράτσι την νύχτα της 28/10/1940.
                                                                                                                                     28η Οκτωβρίου Δευτέρα«Νύχτα στις 3 με ξυπνούν. Έρχεται ο Γκράτσι – Πόλεμος – Ζητώ Νικολούδη Μαυρουδή – Αναφέρω Βασιλέα – Καλώ Πάλαιρετ και ζητώ βοήθειαν Αγγλίας – Κατεβαίνω στις 5 – Υπουργικόν Συμβούλιον – Όλοι πιστοί και Μαυρουδής – Όλοι πλην Κύρου – Βασιλεύς περιφορά μαζί του – Φανατισμός του λαού αφάνταστος – Μάχαι στα σύνορα Ηπείρου – Βομβαρδισμοί – Σειρήνες – Αρχίζουμε και τακτοποιούμεθα – ο Θεός βοηθός !!!»Στη συνέχεια του ημερολογίου του, αναφέρεται το ακόλουθον διάγγελμα που απηύθυνε προς τον Ελληνικόν λαόν:

Το διάγγελμα

Διάγγελμα του Πρωθυπουργού προς τον Ελληνικόν Λαόν 28 Οκτωβρίου 1940: «Η στιγμή επέστη που θα αγωνισθώμεν δια την ανεξαρτησίαν της Ελλάδος, την ακεραιότητα και την τιμήν της. Μολονότι ετηρήσαμεν την πλέον αυστηράν ουδετερότητα και ίσην προς όλους, η Ιταλία, μη αναγνωρίζουσα, εις ημάς το δικαίωμα να ζώμεν ως ελεύθεροι Έλληνες, μου εζήτησε σήμερον την 3ην πρωινήν την παράδοσιν τμημάτων του εθνικού εδάφους, κατά την ιδίαν αυτής βούλησιν και μου ανεκοίνωσε, ότι προς κατάληψιν αυτών, η κίνησης των στρατευμάτων της θα ήρχιζε την 6ην πρωινήν. Απήντησα εις τον Ιταλόν Πρέσβυν ότι θεωρώ και το αίτημα αυτό καθ’ εαυτό και τον τρόπον με τον οποίο γίνεται τούτο ως κύρηξιν πολέμου της Ιταλίας κατά της Ελλάδος. Τώρα θα αποδείξωμεν εάν πράγματι είμεθα άξιοι των προγόνων μας και της ελευθερίας την οποίαν μας εξησφάλισαν οι προπάτορές μας. Όλο το Έθνος ας εγερθή σύσσωμον. Αγωνισθείτε δια την πατρίδα, τας γυναίκας και τα παιδιά σας και τας ιεράς μας παραδόσεις. Νυν υπέρ πάντων ο αγών».
Αμέσως μετά ο Ραδιοφωνικός Σταθμός Αθηνών διακόπτει τις εκπομπές του και μεταδίδει: «Εδώ Ραδιοφωνικός Σταθμός Αθηνών. Έκτακτον ανακοινωθέν: Η Ελλάς από της 6ης πρωινής της σήμερον ευρίσκεται εις εμπόλεμον κατάστασιν προς την Ιταλίαν. Ο στρατός μας αμύνεται του Πάτριου εδάφους. Ζήτω το Έθνος».
Λίγες μέρες αργότερα ο Ιωάννης Μεταξάς θα πει: «Υπάρχουν στιγμές κατά τις οποίες ένας λαός οφείλει, αν θέλει να μείνει μεγάλος, να είναι ικανός να πολεμήσει. Έστω και χωρίς ελπίδα νίκης. Μόνον διότι πρέπει».

Τα Ανακοινωθέντα και τα διαγγέλματα της 28ης Οκτωβρίου 1940. 

Το πρωί της 28ης Οκτωβρίου 1940 ο λαός ακούει από το ραδιόφωνο το πρώτο πολεμικό ανακοινωθέν: “Αι Ιταλικαί στρατιωτικαί δυνάμεις προσβάλλουσιν από της 05:30 ώρας της σήμερον τα ημέτερα τμήματα προκαλύψεως της Ελληνοαλβανικής Μεθορίου. Αι ημέτεραι δυνάμεις αμύνονται του Πατρίου εδάφους.”
Συνήθως τα διαγγέλματα έχουν σκοπό να ενημερώσουν και να εμψυχώσουν το λαό. Ο λαός μας, την χαραυγή της 28ης Οκτωβρίου 1940, δεν χρειαζόταν ενημέρωση. Ήξερε ότι η Ιστορία -η Παγκόσμια Ιστορία- τον καλούσε να θυσιαστεί. Δεν χρειάζονταν ενθάρρυνση. Τα στρατευμένα παιδιά του έσπευσαν “με το χαμόγελο στα χείλη”, να συναντήσουν τον εχθρό. Ήδη έχε ανακοινωθεί από το ραδιόφωνο το διάγγελμα του Πρωθυπουργού Ιωάννη Μεταξά που κατέληγε με τη φράση «Νυν υπέρ πάντων ο αγών». Στη συνέχεια ακολούθησαν τα διαγγέλματα του Βασιλέως, του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και η ημερήσια διαταγή του Αρχιστρατήγου Αλέξανδρου Παπάγου, που έχουν ως εξής:

 

Διάγγελμα Βασιλέως “Ο Πρόεδρος της Κυβερνήσεως σας ανήγγειλε προ ολίγου υπό ποίους όρους ηναγκάσθημεν να κατέλθωμεν εις πόλεμον κατά της Ιταλίας, επιβουλευθείσης την ανεξαρτησίαν της Ελλάδος. Κατά την μεγάλην αυτήν στιγμήν είμαι βέβαιος ότι κάθε Έλλην και κάθε Ελληνίς θα εκτελέσωσι το καθήκον των και θα φανώμεν αντάξιοι της ενδόξου ημών Ιστορίας. Με πίστην εις τον Θεόν και εις τα πεπρωμένα της φυλής, το Έθνος σύσσωμον και πειθαρχούν ως εις άνθρωπος, θα αγωνισθή υπέρ βωμών και εστιών μέχρι της τελικής Νίκης. Γεώργιος Β΄». 

 

Διάγγελμα του Αρχεπισκόπου:

 

Ακολούθησε διάγγελμα του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χρύσανθου του από Τραπεζούντος: Πρόκειται για μία ηρωική μορφή της Εκκλησίας μας. “Προτιμώ ιπτάμενος ως αετός να πέσω, ή έρπων να ζήσω”.(Από την ενθρονιστήρια ομιλία του, όταν έγινε μητροπολίτης Τραπεζούντος.) Θα αρνηθεί να ορκίσει αργότερα την πρώτη κατοχική κυβέρνηση (Τσολάκογλου) και θα συμπεριφερθεί με παγερή υπερηφάνεια και αγέρωχο ύφος στον Γερμανό στρατηγό Στούμμε, που θα τον επισκεφθεί για να προσπαθήσει να τον μεταπείσει. “…όπλα τα ιερά…”.
“Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά Η Α.Μ. ο Βασιλεύς και ο Πρόεδρος της Εθνικής ημών Κυβερνήσεως καλούν ημάς πάντας ίνα αποδυθώμεν εις Άγιον υπέρ Πίστεως και Πατρίδος αμυντικόν αγώνα. Η Εκκλησία ευλογεί τα όπλα τα ιερά και πέποιθεν ότι τα τέκνα της Πατρίδος ευπειθή εις το κέλευσμα Αυτής και του Θεού, θα σπεύσουν εν μία ψυχή και καρδία να αγωνισθούν υπέρ βωμών και εστιών και της Ελευθερίας και τιμής, και θα συνεχίσουν ούτω την απ’ αιώνων πολλών αδιάκοπον σειράν των τιμίων και ενδόξων αγώνων και θα προτιμήσουν τον ωραίον θάνατον από την άσχημον ζωήν της δουλείας. Και μη φοβούμεθα από των αποκτεινόντων το σώμα, την δε ψυχήν μη δυναμένων αποκτείναι, ας φοβούμεθα δε μάλλον τον δυνάμενον και ψυχήν και σώμα απολέσαι. Επιρρίψωμεν επί Κύριον την μέριμναν ημών και Αυτός θα είναι βοηθός και αντιλήπτωρ εν τη αμύνη κατά της αδίκου επιθέσεως των εχθρών. Ούτοι εν άρμασι και ούτοι εν ίπποις, ημείς δε εν ονόματι Κυρίου του Θεού και εν τη γενναιότητι και ανδρείς ημών μεγαλυνθησόμεθα. Χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και η αγάπη του Θεού και πατρός είη μετά πάντων ημών. Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χρύσανθος”
Η πρώτη Διαταγή του Αρχιστρατήγου Αλέξανδρου Παπάγου προς τους διοικητές των Μεγάλων Μονάδων ήταν λακωνική και πολύ σύντομος. Αποτελείτο από είκοσι μία λέξεις μαρτυρεί την άριστη, επιτελική προπαρασκευή των πολεμικών σχεδίων της χώρας.” (ΓΕΣ/ Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού: “Επίτομη Ιστορία Πολέμου 1940-41”, σελ. 42.): “Από έκτης πρωινής σήμερον περιερχόμεθα εις εμπόλεμον κατάστασιν προς Ιταλίαν. Άμυνα Εθνικού εδάφους διεξαχθή βάσει διαταγών ας έχετε. Εφαρμόσατε σχέδιον επιστρατεύσεως. Παπάγος.”


ΦΩΤΟ 3 : 28 Οκτωβρίου 1940. Έφεδροι από τη Θράκη, λίγο πριν αναχωρήσουν για το μέτωπο. Στο κέντρο ο συμπολίτης μας Κωνσταντίνος Ορδουμποζάνης.

Στη συνέχεια ακολούθησε η Ημερησία Διαταγή του Αλ. Παπάγου προς τον Ελληνικό Στρατό:
“Αναλαμβάνων την αρχηγίαν του Στρατού καλώ τους αξιωματικούς και οπλίτας του Ελληνικού Στρατού εις την εκτέλεσιν του υψίστου προς την Πατρίδα καθήκοντος με την μεγαλυτέραν αυταπάρνησιν και σταθερότητα. Ουδείς πρέπει να υστερήση. Η υπόθεσις του αγώνος τον οποίον μας επέβαλεν ο αχαλίνωτος Ιμπεριαλισμός μιας Μεγάλης Δυνάμεως, η οποία ουδέν είχε ποτέ να φοβηθή από ημάς, είναι η δικαιοτέρα υπόθεσις την οποίαν είναι δυνατόν να υπερασπισθή ένας Στρατός. Πρόκειται περί αγώνος υπάρξεως. Θα πολεμήσωμεν με πείσμα, με αδάμαστον εγκαρτέρησιν, με αμείωτον μέχρι τελευταίας πνοής ενεργητικότητα. Έχω ακράδαντον την πεποίθησιν ότι ο Ελληνικός Στρατός θα γράψει νέας λαμπράς σελίδας εις την ένδοξον ιστορίαν του Έθνους. Μην αμφιβάλλετε ότι τελικώς θα επικρατήσωμεν, με την βοήθειαν και την ευλογίαν του Θεού και τας ευχάς του Έθνους. Έλληνες αξιωματικοί και οπλίται φανήτε ήρωες.”

 

Στα μετόπισθεν

 

Αλλά και στα μετόπισθεν στον αγώνα είχαν ριχτεί όλοι οι Έλληνες! Ιστορική παρέμεινε η διαμαρτυρία των Ελλήνων διανοουμένων (από τους κορυφαίους των Ελληνικών γραμμάτων) που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα “Νέα Ελλάς”, 10 Νοεμβρίου 1940:

ΦΩΤΟ 4: Επιστρατευμένοι έφεδροι της Αλεξανδρούπολης στο Λιμενικό και στον Στρατό Ξηράς για την αεράμυνα της πόλης σε αναμνηστική φωτογραφία στη παραλία. Αναγνωρίσθηκαν (1) Μαυρίδης, (2) Μπουλμπουτζής Δούκας, (3) Θωμαϊδης Μιχάλης, (4) Δεληρόκας Ιωάννης και (5) Καρατζόπουλος Θόδωρος.

“Είναι δύο εβδομάδες τώρα, που ένα τελεσίγραφο μοναδικό στα διπλωματικά χρονικά των Αθηνών για το περιεχόμενον, την ώρα και τον τρόπο που το παρουσίασεν η Ιταλία κάλεσε την Ελλάδα να της παραδώση τα εδάφη της, να αρνηθή την ελευθερία της και να κατασπιλώση την τιμή της. Οι Έλληνες δώσαμε στην ιταμή αυτή αξίωσι της φασιστικής βίας, την απάντησι που επέβαλαν τριών χιλιάδων ετών παραδόσεις, χαραγμένες βαθειά στην ψυχή μας, αλλά και γραμμένες στην τελευταία γωνιά της ιερής γης με το αίμα των μεγαλυτέρων ηρώων της ανθρωπίνης ιστορίας. Και αυτή τη στιγμή κοντά στο ρεύμα του Θυάμιδος και στις χιονισμένες πλαγιές της Πίνδου και των Μακεδονικών βουνών πολεμούμε, τις περισσότερες φορές με τη λόγχη, αποφασισμένοι να νικήσουμε ή να αποθάνουμε μέχρις ενός. Σ’ αυτό τον άνισο σκληρότατο αλλά πεισματώδη αγώνα, που κάνει τον λυσσασμένο επιδρομέα να ξεσπάζη κατά των γυναικών, των γερόντων και των παιδιών, να καίη, να σκοτώνη, να ακρωτηριάζη, να διαμελίζη τους πληθυσμούς στις ανοχύρωτες και άμαχες πόλεις μας και στα ειρηνικά χωριά μας, έχουμε το αίσθημα ότι δεν υπερασπιζόμαστε δική μας μόνον υπόθεσι: Ότι αγωνιζόμεθα για την σωτηρία όλων εκείνων των Υψηλών αξιών που αποτελούν τον πνευματικό και ηθικό πολιτισμό, την πολύτιμη παρακαταθήκη που κληροδότησαν στην ανθρωπότητα οι δοξασμένοι πρόγονοι και που σήμερα βλέπουμε να απειλούνται από το κύμα της βαρβαρότητος και της βίας. Ακριβώς αυτό το αίσθημα εμπνέει το θάρρος σε μας τους Έλληνες διανοουμένους, τους ανθρώπους του πνεύματος και της τέχνης, ν’ απευθυνθούμε στους αδελφούς μας όλου του Κόσμου για να ζητήσουμε όχι την υλική αλλά την ηθική βοήθειά τους. Ζητούμε την εισφορά των ψυχών, την επανάστασι των συνειδήσεων, το κήρυγμα, την άμεση επίδρασι, παντού όπου είναι δυνατόν, την άγρυπνη παρακολούθησι και την ενέργεια για ένα καινούργιο πνευματικό Μαραθώνα που θα απαλλάξη τα δυναστευόμενα Έθνη από τη φοβέρα της πιο μαύρης σκλαβιάς που γνώρισε ως τώρα ο κόσμος. Κωστής Παλαμάς, Σπύρος Μελάς, Άγγελος Σικελιανός, Γεώργιος Δροσίνης, Σωτήρης Σκίπης, Δημήτριος Μητρόπουλος, Κ. Δημητριάδης, Νικόλαος Βέης, Κ. Παρθένης, Ιωάννης Γρυπάρης, Γιάννης Βλαχογίαννης, Στρατής Μυριβήλης, Κώστας Ουράνης, Μιλτιάδης Μαλακάσης, Γρηγόριος Ξενόπουλος, Αλέξανδρος Φιλαδελφεύς, Αρίστος Καμπάνης».

 

Αργότερα η γνωστή ιστορικός Ελένη Αρβελέρ θα πει: «Η Ελλάδα στις 28/10/1940 μπαίνει σε μια σύρραξη που της επιβάλλει, όχι το πολιτικό Κυβερνητικό συμφέρον, αλλά το πολιτικό ήθος, το θάρρος, η τόλμη του Έλληνα. Του κάθε Έλληνα.». (Από την ομιλία της στο Πολεμικό Μουσείο στις 27/10/2010).

Και η Αλεξανδρούπολη στον αγώνα!

ΦΩΤΟ 5 : 28 Οκτωβρίου 1940. Επίστρατοιο της Αλεξανδρούπολης4, σε αναμνηστική τους φωτοιγραφία πίσω από το Φάρο. Αναγνωσρίθηκαν (1) Ιωάννης Δεληρόκας, (2) Δούκας μπουλμπουτζής, (3) Ευάγγελος Παπουτσάκης, (4) Θόδωροςε Καρατζόπουλος, (5) Χριστόδουλος Χριθστοιδούλου, (6) Μιχάλης Θωμαϊδης και (7) Μιχάλης Δεληδούκας.

Και ξαναγυρίζουμε στη δική μας πόλη, την Αλεξανδρούπολη. Η ατμόσφαιρα πολεμική! Όλοι οι άνδρες που ήταν ικανοί να φέρουν όπλα έτρεξαν αμέσως στο καθήκον. Είχαν επιστρατευθεί και αναχωρήσει για τις μονάδες του στο μέτωπο! Άλλοι στον στρατό ξηράς, άλλοι στο ναυτικό και άλλοι στην Αεροπορία. Ενθυμούμαι τον πατέρα μου να διηγείται ότι μέχρι τη 12η ώρα της 28ης Οκτωβρίου είχαν προσέλθει από όλα τα μέρη της Θράκης όλοι όσοι είχαν κληθεί και ήταν απαραίτητοι για να επανδρώσουν μία συγκεκριμένη μονάδα του ορειβατικού πυροβολικά και το μεσημέρι της ιδίας ημέρας είχαν ήδη αναχωρήσει συντεταγμένα σιδηροδρομικώς για Θεσσαλονίκη και από εκεί αμέσως τη νύχτα για την Ήπειρο. Ήταν τόση άμεση και μαζική η προσέλευση, που την επομένη ημέρα είχαν ήδη φθάσει στις μονάδες τους στο μέτωπο και είχαν ενσωματωθεί σ΄ αυτές.
Αλλά και ο άμαχος πληθυσμός έδωσε το παρόν στον μεγάλο αγώνα. Όλες οι γυναίκες στη πόλη παράτησαν τα κεντήματα και τις νταντέλες και άρχισαν να πλέκουν κάλτσες και φανέλες για τα παιδιά που πολεμούσαν πάνω στα χιόνια, εκεί μακριά στην Αλβανία. Οι ηλικιωμένοι είχαν αναλάβει δράση στην αεράμυνα της πόλης. Προετοιμασία νοσοκομείων, φύλαξη επίκαιρων σημείων (υδραγωγίων, σιδηροδρομικής γραμμής, τηλεγραφείου, ταχυδρομείου, λιμανιού κ.λ.π.). Η προσοχή όλων ήταν εστραμμένη στα ανακοινωθέντα του ραδιόφωνου που μετέδιδε κάθε λίγο τις επιτυχίες των Ελλήνων στρατιωτών. Οι ταχυδρόμοι ήταν τα πιο αγαπημένα πρόσωπα. Έφερναν τα γράμματα από τους συζύγους, τους γιούς ή τους αδελφούς από το μέτωπο. Και έπερναν τα απαντητικά των δικών τους, με τις ευχές και τα συγχαρίκια για τις επιτυχίες τους, να τα μεταφέρουν στους αγωνιστές. Μάλιστα είχαν οργανωθεί και συνεργεία από νέους να γράφουν τα γράμματα προς τους δικούς τους όσων αδυνατούσαν να το κάνουν γιατί δεν ξέραν γράμμα. 
Ο
ι νέοι της πόλης πηγαίνουν ως «σκαπανείς» στην ΕΟΝ στη μεγάλη αίθουσα της αρμενικής λέσχης, που είχε ήδη επιταχθεί και οι μεν κοπέλες για να πλέκουν τα δε αγόρια για να βοηθούν στον έρανο, να παραλαμβάνουν από τα σπίτια τα πλεχτά που είχαν ετοιμάσει οι γυναίκες και να τα πακετάρουν για να προωθηθούν στο μέτωπο, ή για να βοηθήσουν το βράδυ την αεράμυνα σε περιπολίες στη πόλη. Όλα βέβαια μέχρι να φθάσει η πρώτη φουρνιά από τραυματίες και κρυοπαγημένους, τους οποίους μετέφεραν στην Ακαδημία και το Γαλλικό Σχολείο, που είχαν επιταχθεί για να χρησιμοποιηθούν ως Νοσοκομεία. Εκεί έτρεχε ο κόσμος να συμπαρασταθεί στους τραυματίες, να τους ενθαρρύνει, να τους βοηθήσει με κάποια τρόφιμα και να προσφέρει σ΄ αυτούς όποια άλλη βοήθεια μπορούσε, κυρίως οι κοπέλες που είχαν γραφεί ως ερυθροσταυρίτισες και ασκούσανε χρέη Νοσοκόμων.

ΦΩΤΟ 6 : Ο Αλεξανδρουπολίτης Γεράσιμος Χρ. Κόντος ( πρόσκοπος του 2ου Σ.Π. Αλεξανδρούπολης), στο βομβαρδιστικό του αεροπλάνο τύπου «BALTIMORE» στο Μέτωπο της Ιταλίας το 1944. Η ζωγραφική απεικόνιση των οβίδων στα πλευρά του αεροσκάφους, σημαίνει τις 77 επιτυχείς αποστολές βομβαρδισμού που είχε εκτελέσει στις πολεμικές επιχειρήσεις του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου μέχρι εκείνη τη στιγμή.


Και κάθε φορά που ο Ελληνικός Στρατός, εκεί ψιλά στα χιονισμένα βουνά της Πίνδου σημείωνε και μια επιτυχία η καμπάνα του Αι Νικόλα χτυπούσε χαρμόσυνα και ανήγγειλε στο κόσμο τις επιτυχίες των παιδιών μας. Η πτώση της Κορυτσάς, του Αργυρόκαστρου, της Πρεμεντής, της Χειμάρας….. ήταν μερικά μόνο από τα χαρμόσυνα μηνύματα της καμπάνας! Όταν στις 6 Απριλίου 1941, όταν, αντί για τις καμπάνες, ήχησαν και πάλι οι σειρήνες για να αναγγείλουν την επίθεση των στρατευμάτων του Γ΄ Ράιχ στη χώρα μας! Και νέοι αγώνες θα ακολουθούσαν στα οχυρά του Ρούπελ, του Μπέλες, του Νυμφαίου, στα βόρεια της Ελλάδας για να αποτρέψουν την είσοδο των Γερμανών στη χώρα! Και θα ακολουθήσει η είσοδός των Γερμανών στη πόλη τρεις μέρες αργότερα και στη συνέχεια η παράδοση της στους Βούλγαρους! Και ξεκίνησε νέα προσφυγιά για όσους μπόρεσαν και έφυγαν από τη πόλη αλλά και το μαρτύριο της σκλαβιάς για όσους παρέμειναν στη πόλη. Και μετά η Εθνική Αντίσταση, που έγγραψε και αυτή και εδώ στον Έβρο, όπως σ΄ ολόκληρη τη χώρα, τη δική της ένδοξη ιστορία.

Πηγές: Περιοδικό “Πολιτικά Θέματα”, 28 Οκτ. 1994, “Κείμενα Ελλήνων”.
«Στο δέντρο του ερημίτη» Σοφία Κλήμη – Παναγιωτοπούλου, εκδόσεις Ερωδιός. Δημ. Τσάκωνα – Καθηγητού, “Ι. Μεταξάς”, σειρά άρθρων του στην εφημερίδα “ΕΣΤΙΑ” Νικ. Καρρά, “Ο Ι. Μεταξάς”, ιστορική πολιτική προσσέγισις – Εκδόσεις Πελασγός 1994 Εμμανουέλε Γκράτσι, Πρεσβευτού Ιταλίας το 1940, “Η αρχή του τέλους – Η επιχείρηση κατά της Ελλάδος”, βιβλιοπωλείο της “Εστίας” Ι.Δ.Κολλάρου & Σια Α.Ε., Μετάφραση Χρύσα Γκίκα. Ι. Μεταξά, “Το ημερολόγιόν μου”, Εκδόσεις Γκοβόστη Ελένη Αρβελέρ, Καθηγήτρια Παν. Σορβόνης, “28 Οκτωβρίου 1940. Σημείον αναφοράς της Ελληνικής Ιστορίας”. Διάλεξη στο Πολεμικό Μουσείο. Γενικόν Επιτελείον Στρατού – Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού. Α. Η προς τον πόλεμον προπαρασκευή 1923-1941 -“SALUTE TO GREECE”, An Antbology of Cartoons publisbed in tbe Britisd Press.