Η κατάσταση της υγείας στη χώρα μας στα χρόνια του μνημονίου

1060
Την Παρασκευή στη Βουλή έγινε μια διαφορετική συζήτηση για το σοβαρό θέμα της υγείας, που προκλήθηκε κατόπιν ερωτήματος του προέδρου της Ένωσης Κεντρώων, Β. Λεβέντη, προς τον πρωθυπουργό.

Ύστερα από την πρόσφατη προκλητική εξαγγελία του υπεύθυνου για θέματα υγείας της ΝΔ, Β. Οικονόμου, ότι θα απολύσει εργαζόμενους στον χειμαζόμενο αυτό χώρο, αν κερδίσει τις εκλογές, η συζήτηση είχε πολύ μεγαλύτερο πολιτικό ενδιαφέρον. Μιλάμε, φυσικά, για προσπάθεια σε περίοδο κρίσης και δημοσιονομικών περιορισμών, άρα όχι για έργο χωρίς μεγάλα κενά.
Με αριθμούς και συγκρίσεις, με παραδοχές για τα προβλήματα που υπάρχουν και είναι σοβαρά, με τις αιτίες που τα προκαλούν, με τα σχέδια για το μέλλον, με τον εντοπισμό των αιτιών που προκάλεσαν την υποβάθμιση της υγείας, πριν και κατά την κρίση, το εύρος της συζήτησης ήταν μεγάλο. Η δήλωση, εν τω μεταξύ, από τον Αλέξη Τσίπρα ότι σύντομα θα κατατεθεί και πρόταση για συγκρότηση εξεταστικής επιτροπής στη Βουλή με θέμα τα σκάνδαλα στην υγεία, μετέφερε τη συζήτηση πλέον στο κεντρικό πολιτικό επίπεδο. Η ΝΔ, φυσικά, θεώρησε την πρόταση αντιπερισπασμό στις δυσκολίες της διαπραγμάτευσης και αποπροσανατολισμό.
Ο πρωθυπουργός δεν έκανε κανένα εξωραϊσμό. «Δεν ισχυρίστηκα ότι υπάρχει μια παραδεισένια κατάσταση», σημείωσε. «Ισχυρίστηκα με νούμερα, με στοιχεία, με αριθμούς, όχι με λόγια του αέρα, ότι εκεί που επί πέντε χρόνια γινόντουσαν απολύσεις, έχουμε προσλήψεις, ότι εκεί όπου πέντε χρόνια δεν υπήρξε κανένας σχεδιασμός για μεταρρυθμίσεις, έχουμε σημαντικές μεταρρυθμίσεις και για την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας».
Μια σταχυολόγηση των στοιχείων που παρέθεσε, δίνουν μια εντελώς διαφορετική εικόνα από εκείνη που φιλοτεχνούν τα δελτία των 8. «Αυτοί που ασκούν κριτική, επί πέντε χρόνια που βυθίζονταν το ΕΣΥ, δεν είχαν πει μια κουβέντα, ενώ ήταν οι πρώτοι που θα έπρεπε να πουν», παρατήρησε.

Εξοικονόμηση και προσλήψεις

Την περίοδο 2010-2014 ο μνημονιακός στόχος ήταν η δαπάνη για την υγεία να είναι στο 6% του ΑΕΠ, έναντι 6,9% το 2009. Εντούτοις, για το 2015 είχε προϋπολογισθεί από ΝΔ-ΠΑΣΟΚ στο 4,7%! Το εξαιρετικά δύσκολο 2015, παρ’ όλα αυτά, η δαπάνη αυξήθηκε στο 5,1% του ΑΕΠ. Το όριο των αγορών των δημοσίων νοσοκομείων, για παράδειγμα, από 1,388 δισ. ευρώ, που ήταν προϋπολογισμένο, αυξήθηκε στα 1,556 δισ. Το 2016 αυξήθηκαν ακόμη κατά άλλα 200 εκ. ευρώ. Συγχρόνως, τα χρέη των νοσοκομείων από έλλειμμα 936 εκ. το 2014, φθάσαμε σήμερα να μην παράγουν νέα χρέη, ενώ τα παλαιά πληρώνονται κανονικά. Στο τέλος του 2016 είχαν πλεόνασμα 36 εκατ. Αυτό ήταν, όπως σημειώθηκε, το έργο της εξοικονόμησης και αποδείχθηκε έτσι ότι υπάρχουν μεγάλα περιθώρια, λόγω της διαφθοράς και της σπατάλης, παρά το γεγονός ότι εντάχθηκαν στο σύστημα 2,5 εκατ. ανασφάλιστοι και καταργήθηκε το εισιτήριο των 5 ευρώ. Μάλιστα, από τα 2,5 εκατ. επιπλέον ανασφάλιστων, το 1/3 έχει μηδενική συμμετοχή στα φάρμακα που χρειάζεται.
Ως προς το προσωπικό, αναφέρθηκε ότι από το 2010 έως το 2014 δεν έγιναν προσλήψεις. Η νέα κυβέρνηση, ως σήμερα, έχει προσλάβει 6.256, εκ των οποίων οι 2.200 είναι μόνιμοι, ενώ άλλοι 3.600 έχουν ήδη επιλεγεί και θα αναλάβουν σύντομα υπηρεσία. Έχουν δε προκηρυχθεί άλλες 1.974 θέσεις και θα προσληφθούν άλλες 3.200 θέσεις για τοπικές μονάδες υγείας. Συνολικά, έχουν προσληφθεί άνω των 6.000 και προγραμματίζεται να προσληφθούν άλλες 12.000.
Ειδικά για τις ΜΕΘ αναφέρθηκε ότι ενώ το 2015 ήταν 417, τώρα είναι 568, έναντι 514 στην περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων, που ήταν και ο ιστορικά ανώτατος αριθμός. Όσον αφορά το ΕΚΑΒ, η υπηρεσία του έχει παραλάβει 90 ασθενοφόρα στην περιφέρεια και προκηρύσσεται διαγωνισμός για άλλα 120. Υπάρχει επίσης σχεδιασμός για παρέμβαση στο φάρμακο και φυσικά στο σύστημα προμηθειών.

Μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες

Τέλος, ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε και στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας. Είναι ίσως «η πιο σημαντική από τις μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες που έχουμε πάρει, που αλλάζει ολοκληρωτικά την εικόνα του ΕΣΥ. Στόχος μας είναι να αντιστοιχεί μια τέτοια μονάδα ανά 10.000 κατοίκους», σημείωσε. Ο προγραμματισμός προβλέπει ότι ως τον Ιούνιο θα έχουν ανοίξει 50 μονάδες πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας σε αστικές περιοχές, ενώ στόχος ως το τέλος του έτους είναι για άλλες 239 μονάδες. Έτσι θα έχουν καλυφθεί 3.000.000 πολίτες στα αστικά κέντρα.
Δύο τρία παραδείγματα εξοικονόμησης δαπανών έχει ενδιαφέρον να αναφερθούν, ενδεικτικά:
• Η συγκέντρωση του ωρολογικού ελέγχου του αίματος σε 4 μόνο κέντρα εξοικονόμησε 15.000.000 ευρώ.
• Η μεταφορά καταστημάτων πρωτοβάθμιας υγείας φροντίδας σε δημόσια από τα ιδιωτικά κτίρια εξοικονόμησαν άλλα 5.000.000 ευρώ.
• Από την κατάργηση του σύστηματος των εργολαβιών για καθαρισμό, επισιτιστικές υπηρεσίες, φύλαξη κλπ, που επιβάρυνε το ΕΣΥ με επιπλέον κόστος 20%.
Αυτονόητα πράγματα, τα οποία όμως δεν γίνονταν σκοπίμως, ή από ανικανότητα. Διότι όπως και παντού στο δημόσιο τομέα, πλήθος ιδιωτών στις συναλλαγές τους με τις υπηρεσίες του, έχοντας συχνά καλύψει σε επίπεδα υπηρεσιακά ή πολιτικά, κερδοσκοπούσαν.. Το χρήμα που αποσπούσαν με αυτό τον τρόπο μοιραζόταν, εντέλει, ως πολιτικό χρήμα σε διάφορα κομματικά επίπεδα. Ελπίζουμε ότι η Εξεταστική Επιτροπή, ανεξάρτητα αν κάποια αδικήματα έχουν παραγραφεί, ότι θα αποκαλύψει πάρα πολλά για καταστάσεις, πρόσωπα, κόμματα και επιχειρήσεις.

Αναζητείται ξανά πολιτική λύση

Παρά τις εντατικές, πλην χωρίς περιττές διαρροές, διαπραγματεύσεις την εβδομάδα που μας πέρασε, με αποκορύφωμα τη μαραθώνια τηλεδιάσκεψη σε επίπεδο μάλιστα υπουργών την Παρασκευή, ήταν ασαφές τι θα μπορούσε να προσδοκά κανείς από το αυριανό Eurogroup. Πρόοδος των διαπραγματεύσεων υπήρξε, όμως ορισμένα από τα ακανθώδη θέματα παρέμειναν ανοιχτά, π.χ. τα εργασιακά, τα ενεργειακά και εν μέρει τα μέτρα και αντίμετρα, με τις δύο πλευρές να μένουν αμετακίνητες στις απόψεις τους. Το αν αυτή η πρόοδος κριθεί ικανή να δώσει νέα δυναμική στη διαπραγμάτευση στην αυριανή συνάντηση, είναι άγνωστο.
Η ελληνική πλευρά είχε ως τακτική να κλείσουν όσο περισσότερα είναι δυνατόν ζητήματα, έτσι ώστε αυτά που θα μείνουν ανοιχτά να παρουσιαστούν στο αυριανό Eurogroup και να ζητηθεί μια πολιτική συμφωνία για την επίλυσή τους. Η ως τώρα στάση του ΔΝΤ, απολύτως ανελαστική, το κάνει ταυτόχρονα και ανοιχτό στην κριτική που του ασκείται, καθώς ουσιαστικά δεν διαπραγματεύεται κατά τις συζητήσεις, αλλά, απλώς, εμποδίζει την πρόοδο της συζήτησης. Αυτό, κατά μία άποψη αφήνει ελπίδες ότι όταν το ΔΝΤ υποχρεωθεί να διαπραγματευθεί, π.χ. στο αυριανό Eurogroup ή σε μία συνάντηση ειδικής σύνθεσης, όπως την προηγούμενη φορά, πριν τη συνεδρίαση του Eurogroup, τότε δεν θα είναι εύκολο να συνεχίζει να κρατά τόσο στείρα θέση.
Η ελληνική πλευρά, εργαζόταν μεθοδικά, πάντως, ώστε να υπάρξει αυτή η προ-συνεδρίαση αύριο, αλλά δεν ήταν σίγουρη ότι θα το πετύχει. Το παρακάτω απόσπασμα από μία άτυπη σημείωση κυβερνητικού αξιωματούχου είναι δηλωτική των προθέσεων της κυβέρνησης:
«Στη σημερινή τηλεδιάσκεψη με τους επικεφαλής των Θεσμών έκλεισαν αρκετά ζητήματα. Έχουν μείνει μόνο ορισμένα, τα οποία γνωρίζαμε ότι δεν θα κλείσουν σε αυτό το επίπεδο (π.χ. εργασιακά). Οι θέσεις είναι πλέον γνωστές. Κανείς δεν εκπλήσσει κανέναν. Χρειάζεται πολιτική συζήτηση. Θα δούμε πώς θα γίνει αυτό στο Eurogroup. Μας ικανοποιεί το γεγονός πως έχουν κλείσει πολλά θέματα, όπως για παράδειγμα το Ταμείο, οι ιδιωτικοποιήσεις ή ο εξωδικαστικός συμβιβασμός».
Η διαπραγμάτευση, είναι αναμενόμενο, ανεβάζει όλο και περισσότερο το θερμόμετρο στην αντιπαράθεση κυβέρνησης και αντιπολίτευσης. Η ΝΔ με την εμμονή της στο αίτημα για εκλογές δεν απέφυγε να «αξιοποιήσει» την καταφανώς ψευδή πληροφορία μιας πλατφόρμας του Reuter που προανήγγειλε ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός πρόκειται να ανακοινώσει προσφυγή στις κάλπες. Η απάντηση του πρωθυπουργού την Παρασκευή στη Βουλή, κατά τη συζήτηση για την υγεία – «είμαι αισιόδοξος ότι το τελικό έργο που θα παρουσιάσουμε σε δυόμισι χρόνια από σήμερα θα είναι ασύγκριτο σε σχέση με την κατεδάφιση που υπέστη» – ήταν απολύτως σαφής. Η ΝΔ παραμένει εγκλωβισμένη στην αντιφατική της τακτική να ζητά από την κυβέρνηση να υπογράψει άμεσα ό,τι ζητούν οι δανειστές και ταυτόχρονα να την κατηγορεί ότι «δέχεται τα πάντα», ότι είναι ανίκανη και γι’ αυτό να παραδώσει την εξουσία.
Ωστόσο το κλίμα των διαπραγματεύσεων είναι εξαιρετικά βαρύ καθώς πλήθος πληροφοριών για τα μέτρα και τα αντίμετρα κυκλοφορούν. Η συγκρατημένη αισιοδοξία που εκπορεύεται από την κυβέρνηση ότι η διαπραγμάτευση, τελικά, θα οδηγήσει σε συμφωνία, δεν είναι ικανή να διασκεδάσει και τις ανησυχίες. Ανησυχίες που συνδέονται είτε με το βάρος της επίπτωσης των εικαζόμενων μέτρων και με την ικανότητα των αντιμέτρων να το εξουδετερώσουν, είτε με την παράταση της διαπραγμάτευσης λόγω της κωλυσιεργίας των δανειστών, που βλάπτει την πορεία της οικονομίας.

Πηγή